Τουρκία, η χώρα των μεγάλων ελαιοκομικών αντιφάσεων

Η Τουρκία, στην καρδιά της Ανατολικής Μεσογείου, τοποθετείται ως παγκόσμιος ηγέτης στην παραγωγή ελαιολάδου. Με την εμπορική περίοδο 20224/2025 να έχει φτάσει στους 475.000 τόνους, η χώρα έχει κατέκτησε ένα ιστορικό ορόσημο, τοποθετώντας τον εαυτό της μεταξύ των κύριων παικτών στον παγκόσμιο ελαιοκομικό τομέα.
Καρπός μιας χιλιετούς παράδοσης και μιας περιοχής εξαιρετικά αφοσιωμένης στην ελαιοκαλλιέργεια, αυτό το επίτευγμα αποτελεί πηγή υπερηφάνειας για εκατοντάδες χιλιάδες τοπικούς ελαιοπαραγωγούς.
Πίσω από αυτά τα στοιχεία, ωστόσο, κρύβονται διαρθρωτικές, οικονομικές και κανονιστικές προκλήσεις οι οποίες ενέχουν τον κίνδυνο να παρεμποδίσουν την ανάπτυξη και το αναπτυξιακό δυναμικό των τουρκικών προϊόντων.
Η Τουρκία είναι η πατρίδα της ελιάς, μια γενναιόδωρη γη όπου αποτελεί αναπόσπαστο κομμάτι του τοπίου και του πολιτισμού. Οι ιθαγενείς ποικιλίες όπως το Ayvalık-Edremit, το Memecik, το Gemlik και το Domat είναι πολύτιμες για την ανθεκτικότητά τους, τα αρωματικά τους προφίλ και την ικανότητά τους να προσαρμόζονται σε ποικίλα κλίματα.
Ο Μουσταφά Ταν, πρόεδρος του Εθνικού Συμβουλίου Ελαιολάδου, αναφέρει ότι «Αυτή η σημαντική παραγωγή και τα ελαιόλαδα που προέρχονται από αυτήν είναι ύψιστης ποιότητας, αλλά – επισημαίνει – αυτή η αριστεία δεν μεταφράζεται πάντα σε οικονομική αξία, ειδικά στις διεθνείς αγορές».
Ένα από τα κύρια εμπόδια είναι η εσωτερική οικονομική κατάσταση. Ο πληθωρισμός που θα φτάσει το 35% το 2025 και τα επιτόκια 50% καθιστούν εξαιρετικά δύσκολη την πρόσβαση των παραγωγών σε πιστώσεις.
Η αδυναμία της τουρκικής λίρας (η οποία σήμερα αξίζει 47 ευρώ) έχει ισχυρό αντίκτυπο στο κόστος παραγωγής, την αγορά υλικών και τις εξαγωγές.
Στο πλαίσιο αυτό, ο εκσυγχρονισμός ενός ελαιοτριβείου, η αγορά μπουκαλιών, ετικετών ή μηχανημάτων γίνεται μια επίπονη επιχείρηση, ειδικά για τους μικρούς παραγωγούς.
Η οικονομική ανάκαμψη που συνδέεται με την ανοικοδόμηση μετά τον σεισμό είχε περιορισμένες επιπτώσεις στη γεωργία, η οποία εξακολουθεί να υποφέρει από χρόνια έλλειψη διαρθρωτικών επενδύσεων.
Για την προστασία της εσωτερικής αγοράς και τον περιορισμό του πληθωρισμού των τροφίμων, είχε επιβληθεί δασμός κατά την εξαγωγή για την περίοδο 2023/2024. Ο 14μηνος περιορισμός εξαγωγών απαιτούσε πωλήσεις μόνο σε τυποποιημένα δοχεία και φιάλες, τελικά ανακλήθηκε το 2024/2025. Αυτή η ανάκληση ήταν μια ανταπόκριση στις πιέσεις του κλάδου και επέτρεψε στα τουρκικά προϊόντα να αυξήσουν για άλλη μια φορά την ανταγωνιστικότητά τους, ειδικά σε αγορές όπου το χύμα ελαιόλαδο προτιμάται για λόγους τιμής και ευελιξίας.
Στο μεταξύ χώρες όπως η Ισπανία και η Ελλάδα μπόρεσαν να πουλήσουν μεγάλους όγκους χύμα ελαιολάδου σε χαμηλότερες τιμές, κερδίζοντας μερίδια αγοράς που η Τουρκία δεν μπόρεσε να επιτύχει λόγω κανονιστικών περιορισμών. Ως αποτέλεσμα, παρά την ποιότητα του προϊόντος, το τουρκικό ελαιόλαδο αγωνίζεται να εδραιωθεί διεθνώς. Μέσες τιμές τουρκικού ελαιολάδου περιπλανιούνται τριγύρω μεταξύ 180 και 200 λιρών ανά κιλό, με ένα μέσο όρο περίπου 190 λιρών (4 ευρώ).
Πρόκειται για μια τιμή παραγωγού που επιτρέπει στην Τουρκία να ανακτήσει πολλές από τις αγορές που έχασε προσωρινά μετά την άρση των περιορισμών στις εξαγωγές χύμα ελαιολάδου. Αυτό υπογραμμίζει την ανάγκη για μια εθνική στρατηγική με προοπτική.
Απαιτούνται στοχευμένες μεταρρυθμίσεις για να απελευθερωθεί πραγματικά το δυναμικό του τουρκικού ελαιολάδου.
Καταρχάς, είναι απαραίτητοι οι έλεγχοι ποιότητας και ιχνηλασιμότητας με επιδοτήσεις για εξαγωγές συσκευασμένου ελαίου, διατηρώντας τους κανονισμούς εξαγωγών οι οποίοι επιτρέπουν τουλάχιστον εν μέρει την πώληση χύμα ελαιολάδου.
Δεύτερον, είναι απαραίτητες οι επενδύσεις σε πιστοποιητικά Προστατευόμενης Ονομασίας Προέλευσης και Γεωγραφικής Ένδειξης, που επιτρέπουν να συνδεθεί το προϊόν με την περιοχή παραγωγής του προσδιορίζοντας την ταυτότητά του. Η αφήγηση ιστοριών είναι στην πραγματικότητα ένα από τα στοιχεία που λείπουν περισσότερο στην Τουρκία, η οποία παράγει ποιοτικό λάδι, αλλά δεν το επικοινωνεί αποτελεσματικά.
Αυτό που λείπει είναι ένα ισχυρό περιφερειακό branding που να μπορεί να μεταφέρει την κουλτούρα, την ιστορία και το πάθος πίσω από κάθε μπουκάλι.
Ένα άλλο σημαντικό σημείο είναι η υποστήριξη για τους παραγωγούς, οι οποίοι αντιπροσωπεύουν την καρδιά της τουρκικής ελαιοκαλλιέργειας, αλλά έχουν περιορισμένη πρόσβαση σε επαρκή και χαμηλού κόστους πίστωση και οι οποίοι θα πρέπει να έχουν κίνητρα σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Ένωσης για βιωσιμότητα και καινοτομία, ώστε να διατηρηθεί η βιωσιμότητα αυτών των παραδοσιακών παραγωγών.
Ωστόσο, ακριβώς αυτοί οι παραγωγοί διατηρούν τις τοπικές ποικιλίες, διατηρούν ζωντανές τις παραδοσιακές τεχνικές και εγγυώνται την ποιότητα του προϊόντος. Το να τους βοηθάμε σημαίνει να διατηρούμε μια πολιτιστική και γεωργική κληρονομιά τεράστιας αξίας.
Παρά τις προκλήσεις, αυξάνεται το διεθνές ενδιαφέρον για το τουρκικό ελαιόλαδο. Οι ξένοι αγοραστές επιθυμούν ολοένα και περισσότερες πληροφορίες, δεδομένα και αναλύσεις. Θέλουν να κατανοήσουν και να μάθουν, και το τουρκικό ελαιόλαδο έχει όλα τα διαπιστευτήρια για να γίνει βασικός παράγοντας στην παγκόσμια αγορά. Για να το πετύχει αυτό, πρέπει να ξεπεράσει τα κανονιστικά εμπόδια, να ενισχύσει την εικόνα του και να επενδύσει στο αφήγημαη της περιοχής. Μόνο τότε μπορεί να μετατρέψει την αγροτική αριστεία σε ένα διεθνώς αναγνωρισμένο οικονομικό και πολιτιστικό πλεονέκτημα.
Οι απόψεις που εκφράζονται στα σχόλια των άρθρων δεν απηχούν κατ’ ανάγκη τις απόψεις της ιστοσελίδας μας, το οποίο ως εκ τούτου δεν φέρει καμία ευθύνη. Για τα άρθρα που αναδημοσιεύονται εδώ με πηγή, ουδεμία ευθύνη εκ του νόμου φέρουμε καθώς απηχούν αποκλειστικά τις απόψεις των συντακτών τους και δεν δεσμεύουν καθ’ οιονδήποτε τρόπο την ιστοσελίδα.