Μια από τις καλύτερες σοδειές σκληρού ιστορικά ψάχνει βάση στα 24 λεπτά

Επίσης, εκτιµάται πως καθώς ανεβάζει ρυθµό η συλλογή τις επόµενες 10 µέρες, µαθηµατικά οι δειγµατοληψίες θα βγαίνουν όλο και καλύτερες, αφού τα «καλά» χωράφια δεν έχουν ακόµη συγκοµιστεί. Όπως και να ‘χει, στο κοµµάτι της πρωτεΐνης, η φετινή πληθωρική ελληνική παραγωγή (υψηλό ειδικό βάρος) µάλλον υπολείπεται σε % πρωτεΐνης µισή µε µία το πολύ µονάδα της σοδειάς 2024. Και πάλι όµως µάλλον δύσκολα θα χαθεί το κρίσιµο 12άρι ώστε να διασωθούν οι αρκετές εξαγωγές σε τιµές…fino και όχι mercantile – buono mercantile.
Όσον αφορά τώρα την στρατηγική του εµπορίου, τις τελευταίες µέρες καταγράφονται προσπάθειες να κλειστούν καραβιές για παράδοση Ιούλιο στο επίπεδο των 285-290 ευρώ ο τόνος CIF, µε τα ναύλα να έχουν τον τελευταίο καιρό κάπως υποχωρήσει. Το συγκεκριµένο επίπεδο τιµών ενισχύει την άποψη πως τα ελληνικά FOB θα ξεκινήσουν από τα 270 ευρώ ο µετρικός τόνος.
Ανοιχτές και «άγνωστες» οι τιµές
Για τις τιµές παραγωγού, το εύρος 23 µε 25 λεπτά µοιάζει µε τα σηµερινά δεδοµένα το επικρατέστερο σενάριο. Ακούγονται πολλά και διάφορα, θα µπορούσε κάποιος να πει πως πρόκειται για βαβούρα από τηλέφωνο σε τηλέφωνο δίχως κάποιος ξεκάθαρα να δίνει για την ώρα τιµή. Η άκοµψη αυτή σιωπή αναµένεται να διατηρηθεί µέχρι τα τέλη της επόµενης βδοµάδας, όταν δηλαδή εκτιµάται πως θα δώσει το πρώτο νούµερο της σεζόν το χρηµατιστήριο εµπορευµάτων της Μπολόνια για να ακολουθήσει µετά στις 25 Ιουνίου το εµπορικό κέντρο της Φότζια. Αµέσως µετά, αναµένεται να τοποθετηθούν τα εµπορικά σπίτια της Θεσσαλίας, ώστε να αρχίσει σιγά σιγά να σχηµατίζεται ένας κρίσιµος όγκος τιµολογηµένης πρώτης ύλης, η οποία θα µπορεί φυσικά να εξαχθεί. Μέχρι στιγµής η µόνη τιµή που υπάρχει µε σιγουριά είναι… ανοιχτή και συνήθως άγνωστη.
Κάπου εδώ µπαίνουν στην εξίσωση και τα τελευταία νούµερα. Μπορεί για παράδειγµα τα στοιχεία της COCERAL (Ευρωπαϊκή Οµοσπονδία Εµπόρων ∆ηµητριακών) για τις καλλιεργήσιµες εκτάσεις και τη µέση απόδοση ανά χώρα να παρουσιάζουν διαχρονικά κάποιες αδυναµίες, ωστόσο κατά κανόνα όσον αφορά το µέγεθος της σοδειάς, η Οµοσπονδία πέφτει αρκετά «µέσα». Η τελευταία έκθεση για τις χειµερινές σπορές (βλέπε σελ.13) έδωσε αναµενόµενη παραγωγή για την Ελλάδα στους 1,1 εκατ. τόνους, επίδοση που εκτιµάται ρεαλιστική από πολλούς συνοµιλητές της Agrenda. Βέβαια, η αναφορά της COCERAL περί 5,0 εκατ. στρέµµατα σπαρµένων εκτάσεων κάπως δεν στέκει, αφού βάσει δεδοµένων πωλήσεων σπόρων στη χώρα, θα περίµενε κανείς η Ελλάδα να έχει σπείρει το πολύ 3,6 εκατ. στρέµµατα. Από κει και πέρα πάντως, το ενδιαφέρον στοιχείο της έκθεσης δεν είναι άλλο από την επίσηµη αναθεώρηση προς τα κάτω της σοδειάς για Ισπανία και Ιταλία, στους 0,9 εκατ. τόνους και 4,0 εκατ. τόνους αντίστοιχα.
∆έκα µέρες για τον χρησµό της Φότζια
Ξεκίνησε ο θερισµός, άρχισαν φυσικά και οι παραλαβές σκληρού σίτου και κριθαριού από τους κατά τόπους συνεταιρισµούς και εµπόρους, δίχως να υπάρχει για την ώρα επίσηµα κάποια κλειστή τιµή. Βέβαια, όπου ρωτάει ο παραγωγός, λαµβάνει ιδιωτική «προσφορά» σε εξαιρετικά χαµηλά επίπεδα, αφού µόνη έννοια των µεσαζόντων τέτοιες µέρες είναι η εξασφάλιση ποσοτήτων σε όσο το δυνατόν πιο χαµηλές τιµές, πριν κλειστούν τα πρώτα συµβόλαια κυρίως µε την ιταλική αγορά, µεγεθύνοντας το δικό τους µερίδιο κέρδους. Αυτός άλλωστε είναι και ο άγραφος νόµος της αγοράς.
Οι εν λόγω συµφωνίες αναµένονται σταδιακά από την τελευταία βδοµάδα Ιουνίου, αφού πρώτα δηλαδή βγουν οι πρώτες τιµές για τη νέα σεζόν από τη νότια Ιταλία. Στο µιλητό, οι Ιταλοί ήδη επικοινωνούν πως ενδιαφέρονται για αγορά σε επίπεδα 285 – 290 ευρώ παράδοση σε λιµάνι, στοιχείο που ενισχύει την άποψη πως τα ελληνικά FOB θα ξεκινήσουν από τα 270 ευρώ ο τόνος, µε τις τιµές παραγωγού στα 23 µε 25 λεπτά το κιλό. Αρχές Ιουλίου αναµένονται και οι πρώτοι διαγωνισµοί από πλευράς συλλογικών σχηµάτων, µε την Ένωση Ορεστιάδας να προγραµµατίζει σχετική διαδικασία µέσα στο πρώτο 15νθήµερο Ιουλίου, για να ακολουθήσουν εντός 10ηµέρου και άλλοι µικρότερη συνεταιρισµοί από Θεσσαλία και Στερεά Ελλάδα.
Λιγότερα τα προς συγκοµιδή στάρια
Τα νέα από το εξωτερικό δικαιολογούν πάντως κάποια αισιοδοξία. Ο Καναδάς έσπειρε µεν το στάρι του, ωστόσο από νωρίς οι ιδιωτικές και κρατικές αρχές περιµένουν το πολύ µια σοδειά εφάµιλλη του 2024 (5,6 εκατ. τόνους), η Τουρκία αναθεωρεί συνεχώς τα νούµερά της προς τα κάτω (πλέον µε σύγκλιση στους 3,7 εκατ. τόνους), ενώ το αφήγηµα περί υπερσοδειάς στην Ιταλία καταρρέει, µε τις τελευταίες εκτιµήσεις στους 4 εκατ. τόνους, κοντά στα ιστορικά φυσιολογικά της. Επιπλέον, η σοδειά της Ισπανίας αναθεωρήθηκε και αυτή προς τα κάτω, από 1,1 σε 0,9 εκατ. τόνους. Τις τελευταίες µέρες µαζεύτηκαν πολλές µειώσεις εκτιµήσεων, τις οποίες το σηµερινό επίπεδο τιµών που ακούγεται δεν έχει «αφοµειώσει».
Όσον αφορά το κριθάρι, οι εξαιρετικές αποδόσεις επιτρέπουν στη βιοµηχανία ζυθοποίησης να αφήσει στην άκρη τα πλεονάζοντα κιλά βάσει συµβολαίων (>350 ανά στρέµµα), οδηγώντας τα να πληρωθούν ως κτηνοτροφικά κριθάρια. Αυτό έχει ως αποτέλεµα τελευταία να ακούγεται περισσότερο το στενό εύρος 16 µε 17 λεπτά για το προιόν, παρά τα 17 µε 18 λεπτά/κιλό.
Λιγότερο σκληρό από Ιταλία και Ισπανία, στους 1.100.000 τόνους η ελληνική σοδειά
Αρκετές εκπλήξεις της τελευταίας στιγµής, πάνω στην έναρξη της εποχής αλωνισµού, επιφύλασσε η Ευρωπαϊκή Οµοσπονδία για το εµπόριο δηµητριακών COCERAL, δηµοσιεύοντας τις τελικές της εκτιµήσεις για την συγκοµιδή χειµερινών σιτηρών, στις 12 Ιουνίου.
Αρχίζουµε µε το σκληρό σιτάρι. Φαίνεται πως τόσο η Ιταλία όσο και η Ισπανία, αναµένουν τελικά µικρότερες σοδειές από αυτές που ανέµενε η Οµοσπονδία τον Μάρτιο. Όσον αφορά την Ιταλία, επιβεβαιώνεται πως η παραγωγή της δεν θα είναι της τάξης των 4,2 – 4,3 εκατ. τόνων, αλλά οριακά κάτω από 4 εκατ. τόνους, αυξηµένη κατά 400.000 περίπου τόνους συγκριτικά µε την οµολογουµένως «απογοητευτική» σεζόν. Η περίπτωση της Ισπανίας συγκεντρώνει µεγαλύτερο ενδιαφέρον και αυτό διότι είναι ο φθηνότερος εξαγωγέας πρώτης ύλης στη Μεσόγειο, µαζί δυστυχώς µε την Ελλάδα. Ενώ λοιπόν οι ιθύνοντες της COCERAL υπολόγιζαν το Μάιο µία ισπανική σοδειά άνω των 1,1 εκατ. τόνων, τελικά στις 12 Ιουνίου οι προβλέψεις αναθεωρήθηκαν προς τα κάτω. Το εµπόριο υπολογίζει µια σοδειά κάτι λιγότερο από 900.000 τόνων, δηλαδή µείον 200.000 τόνους συγκριτικά µε τις πρώτες εκτιµήσεις του Μαρτίου.
Το ισοζύγιο φέτος, σε επίπεδο ΕΕ-27, παραµένει πλεονασµατικό σε σύγκριση µε την περσινή σεζόν. Η COCERAL υπολογίζει παραγωγή 8,3 εκατ. τόνων έναντι 7,6 εκατ. τόνων πέρυσι, δηλαδή µία αύξηση της ευρωπαϊκής σοδειάς κατά 9,2% ή αλλιώς 700.000 τόνων. Αν τα βάλει κανείς κάτω µε νούµερα, ουσιαστικά πρόκειται για λογική εξέλιξη. Εντοπίστηκε µικρή αύξηση στις καλλιεργήσιµες εκτάσεις σε όλη την Ευρώπη, στο όριο της στατιστικής σηµαντικότητας (2-2,5%), ενώ η Ιταλία βγάζει απλώς µια δυνατή σοδειά έπειτα ένα κακό 2024. Να σηµειωθεί εδώ πως η αύξηση της παραγωγής στην Ελλάδα από τους 950.000 στους 1.100.000 τόνους, αποτελεί την % µεγαλύτερη αύξηση σε όλη την Ευρώπη, πάνω ακόµη και από την Ιταλία. Η COCERAL ισχυρίζεται ότι στην Ελλάδα… σπάρθηκαν µε σκληρό σιτάρι 5,06 εκατ. στρέµµατα έναντι 4,60 εκατ. στρέµµατα πέρυσι, µία καθαρή αύξηση 10%.
Μικρή αύξηση στο κριθάρι, µεγάλη στο µαλακό
Πάµε τώρα στο κριθάρι και το µαλακό σιτάρι. Σε επίπεδο ΕΕ-27, για το κριθάρι εκτιµάται µία µικρή αύξηση από τους 50 εκατ. τόνους στους 52,5 εκατ. τόνους (+5%). Η υπ’ αριθµόν ένα παραγωγός Γαλλία, αναµένει µία σαφή ανάκαµψη παραγωγής από τους 9,8 στους 10,8 εκατ. τόνους (+10,2%). Στον αντίποδα, η δεύτερη µεγαλύτερη παραγωγός Γερµανία, ακολουθεί µε 10,4 εκατ. τόνους, παρουσιάζοντας µια ανεπαίσθητη µείωση της τάξης των 300.000 τόνων (-2,7%). Για την Ελλάδα, υπολογίζεται ότι σπάρθηκαν 1,55 εκατ. στρέµµατα, έναντι 1,40 εκατ. στρέµµατα πέρυσι (+10,7%), βγάζοντας µία σοδειά της τάξης των 357.000 τόνων (+15,9% από έτος σε έτος).
Η µεγάλη αύξηση για την παραγωγή χειµερινών σιτηρών, εντοπίζεται στο µαλακό σιτάρι. Ενδεικτικά, να αναφερθεί πως Ευρωπαϊκή Οµοσπονδία εµπορίου δηµητριακών, περιµένει µια σοδειά 129,5 εκατ. τόνων µαλακού σίτου, έναντι 114,2 εκατ. τόνων πέρυσι, µία αύξηση δηλαδή της τάξης του 13,4%. Όσον αφορά την Ελλάδα, η COCERAL υπολόγισε πως έσπειρε 1,2 εκατ. στρέµµατα, έναντι 1,1 εκατ. στρέµµατα πέρυσι (+9,1%). Η ελληνική σοδειά υπολογίζεται σε 288.000 τόνους έναντι 253.000 τόνων το 2024 (+13,8%).
Οι απόψεις που εκφράζονται στα σχόλια των άρθρων δεν απηχούν κατ’ ανάγκη τις απόψεις της ιστοσελίδας μας, το οποίο ως εκ τούτου δεν φέρει καμία ευθύνη. Για τα άρθρα που αναδημοσιεύονται εδώ με πηγή, ουδεμία ευθύνη εκ του νόμου φέρουμε καθώς απηχούν αποκλειστικά τις απόψεις των συντακτών τους και δεν δεσμεύουν καθ’ οιονδήποτε τρόπο την ιστοσελίδα.