Γιατί η Ευρώπη αφήνει τον κλάδο του ρυζιού εντελώς απροστάτευτο;
της Γεωργίας Κωστηνάκη*
Και το πιο ανησυχητικό είναι ότι η κρίση αυτή δεν είναι φυσικό φαινόµενο: είναι αποτέλεσµα πολιτικών επιλογών.
Ως ανθρωπος που υπηρετώ το ρύζι εδώ και 25 χρόνια αισθάνοµαι την υποχρέωση να θέσω δηµόσια τα ερωτήµατα που χιλιάδες παραγωγοί, µεταποιητές και εργαζόµενοι του κλάδου θέτουν πλέον καθηµερινά:
Γιατί η πλειοψηφία της Ευρωπαϊκής Ένωσης δεν θέλει – ή δεν τολµά – να προστατέψει τον ευρωπαϊκό κλάδο του ρυζιού;
Και πόσο σοβαρά λαµβάνεται τελικά η διατροφική ασφάλεια της Ευρώπης;
Η ελληνική πραγµατικότητα: ένας κλάδος σε ασφυξία
Η Ελλάδα είναι η τρίτη µεγαλύτερη παραγωγός ρυζιού στην ΕΕ.
Φέτος καλλιεργήθηκαν 31.000 εκτάρια από περισσότερους από 4.000 µικροκαλλιεργητές. Τα εδάφη του Αξιού – όπου παράγεται το 70% της ελληνικής παραγωγής – είναι εφαλµυρά· κανένα άλλο προϊόν δεν µπορεί να καλλιεργηθεί εκεί. Αν χαθεί το ρύζι, χάνονται και οι κοινότητες που ζουν από αυτό.
Και όµως, οι Έλληνες παραγωγοί βρίσκονται πλέον σε οικονοµικό αδιέξοδο:
Οι εισαγωγές από Καµπότζη και Μιανµάρ µπαίνουν στην Ευρώπη µε 400 €/τόνο.
Για να ανταγωνιστούµε αυτές τις τιµές και να εξάγουµε το ρύζι µας , θα έπρεπε να αγοράζουµε πρώτη ύλη κάτω από 250 €/τόνο.
Την ώρα που το κόστος παραγωγής του Έλληνα παραγωγού υπερβαίνει τα 300 ευρώς/στρέµµα.
Πώς είναι δυνατόν να επιβιώσει µια ευρωπαϊκή καλλιέργεια όταν η ευρωπαϊκή αγορά πληµµυρίζει µε προϊόν κάτω του πραγµατικού κόστους;
Η µεταποίηση καταρρέει – και µαζί της η εγχώρια προστιθέµενη αξία
Οι ελληνικές βιοµηχανίες ρυζιού έχουν χάσει µέσα σε λίγα χρόνια τις αγορές της Βόρειας Ευρώπης.
Οι λιανικές συσκευασίες από τρίτες χώρες έχουν διπλασιαστεί στην ΕΕ µέσα σε πέντε χρόνια (από 56.000 τόνους σε πάνω από 112.000), ενώ µόνο από την Καµπότζη η αύξηση ξεπερνά το 240%.
Όταν το προϊόν εισέρχεται απευθείας στη λιανική, πλήρως συσκευασµένο, παρακάµπτονται οι ευρωπαϊκές βιοµηχανίες.
Χάνεται εργασία, χάνεται τεχνογνωσία, χάνεται η αξία που δηµιουργούσαµε µέσα στην Ευρώπη.
Είναι αυτή η “Ευρωπαϊκή βιοµηχανική πολιτική” που θέλουµε;
Εισαγωγές σε επίπεδα–ρεκόρ: πολύ πάνω από το σηµείο που κάποτε ενεργοποιήθηκε safeguard
Την περίοδο 2016–2018, όταν οι εισαγωγές από τις LDC χώρες έφτασαν τους 345.000 τόνους, ενεργοποιήθηκε η ρήτρα ασφαλείας.
Σήµερα, οι εισαγωγές ξεπερνούν τους 540.000 τόνους — και όµως κανένας µηχανισµός δεν ενεργοποιείται.
Πώς γίνεται ένα µέτρο που σχεδιάστηκε για να λειτουργεί σε περιόδους πίεσης… να µην λειτουργεί τώρα που η πίεση είναι πολλαπλάσια;
Το µεγάλο ερώτηµα: γιατί η ΕΕ δεν θέλει να προστατέψει τον κλάδο;
Εδώ γεννιούνται τα πιο κρίσιµα ερωτήµατα:
- Γιατί αποδέχεται η ΕΕ ότι ένας στρατηγικός κλάδος καταρρέει;
- Γιατί αρνείται να υιοθετήσει ένα ρεαλιστικό και εφαρµόσιµο safeguard, όταν οι ίδιοι οι Ευρωπαίοι παραγωγοί και µεταποιητες έχουν ήδη υποστεί ζηµιά;
- Πώς µπορεί η ΕΕ να µιλά για διατροφική ασφάλεια, ενώ επιτρέπει ένας βασικός τοµέας να εξαρτάται όλο και περισσότερο από τρίτες χώρες;
- Τι µήνυµα στέλνουµε στους αγρότες όταν ζητούµε να παράγουν µε αυστηρά ευρωπαϊκά πρότυπα, αλλά τους αφήνουµε να ανταγωνίζονται προϊόντα χωρίς αντίστοιχες υποχρεώσεις;
Αν χαθεί η ευρωπαϊκή παραγωγή ρυζιού, η εξάρτηση από τρίτες χώρες θα γίνει απόλυτη.
Και αυτό δεν είναι απλώς οικονοµικό ζήτηµα.
Είναι ζήτηµα ευρωπαϊκής ασφάλειας τροφίµων.
Η λύση υπάρχει – και είναι ρεαλιστική
Η κοινή πρόταση των ευρωπαϊκών φορέων παραγωγών και µεταποιητών είναι µέτρο επιβίωσης, όχι προστατευτισµού.
Προβλέπει:
- όριο βάσης: 345.000 τόνοι (µέσος όρος 2016–2018),
- όριο ενεργοποίησης: +5% → 362.000 τόνοι,
- ειδικά όρια ανά χώρα, ώστε να τηρείται η αρχή της µη διάκρισης.
Πρόκειται για πρόταση δίκαιη, τεχνικά εφαρµόσιµη και πλήρως συµβατή µε το ευρωπαϊκό δίκαιο.
Τι διακυβεύεται;
Το ερώτηµα που πρέπει να απαντήσει η Ευρώπη είναι εξαιρετικά απλό:
Θέλουµε δική µας παραγωγή ρυζιού ή αποδεχόµαστε πλήρη εξάρτηση από τρίτες χώρες;
- Χωρίς παραγωγούς → δεν υπάρχει πρώτη ύλη.
- Χωρίς πρώτη ύλη → η µεταποίηση συρρικνώνεται.
- Και τότε → η Ευρώπη χάνει την αυτάρκεια σε ένα βασικό διατροφικό προϊόν.
Αυτό δεν µπορεί να θεωρείται αποδεκτή πορεία.
Η θέση µας είναι καθαρή – και το κάλεσµά µας ακόµη καθαρότερο
Ως ∆ιεπαγγελµατική ρυζιού και Σύνδεσµος Ορυζόµυλων Ελλάδος ζητούµε:
- δίκαιους όρους ανταγωνισµού,
- ένα safeguard ρεαλιστικό και εφαρµόσιµο,
- προστασία ενός κλάδου που στηρίζει περιοχές, κοινωνίες και την ευρωπαϊκή διατροφική ασφάλεια.
Και απευθύνουµε ένα ειλικρινές κάλεσµα προς τις χώρες της ΕΕ που δεν καλλιεργούν ρύζι:
Στην τριλογία της 1ης ∆εκεµβρίου, η ψήφος σας θα καθορίσει αν η Ευρώπη θα διατηρήσει έναν στρατηγικό αγροδιατροφικό κλάδο ή αν θα επιλέξει την πλήρη εξάρτηση από τρίτες χώρες.
Η απόφαση δεν αφορά µόνο εµάς που παράγουµε και µεταποιούµε ρύζι.
Αφορά το µέλλον της ευρωπαϊκής τροφικής ασφάλειας.
Και όλοι θα κριθούµε από αυτή.
Ευχαριστώ!
*Προέδρου του Συνδέσµου Ορυζόµυλων Ελλάδος (ΣΟΕ) και µέλος ∆Σ της Ε∆ΟΡΕΛ ΕΘΝΙΚΗΣ ∆ΙΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΚΗΣ ΡΥΖΙΟΥ ΕΛΛΑ∆ΟΣ
Οι απόψεις που εκφράζονται στα σχόλια των άρθρων δεν απηχούν κατ’ ανάγκη τις απόψεις της ιστοσελίδας μας, το οποίο ως εκ τούτου δεν φέρει καμία ευθύνη. Για τα άρθρα που αναδημοσιεύονται εδώ με πηγή, ουδεμία ευθύνη εκ του νόμου φέρουμε καθώς απηχούν αποκλειστικά τις απόψεις των συντακτών τους και δεν δεσμεύουν καθ’ οιονδήποτε τρόπο την ιστοσελίδα.




