Βουλή: Το ν/σ για την ποινική δικονομία αναβαθμίζει και επιταχύνει χωρίς εκπτώσεις στην απονομή δικαιοσύνης, λέει ο υφ. Δικαιοσύνης

Βουλή: Το ν/σ για την ποινική δικονομία αναβαθμίζει και επιταχύνει χωρίς εκπτώσεις στην απονομή δικαιοσύνης, λέει ο υφ. Δικαιοσύνης


Οι αντιδράσεις από την αντιπολίτευση

Ολοκληρώθηκε στην αρμόδια επιτροπή της Βουλής, η πρώτη επεξεργασία του νομοσχεδίου για την ποινική δικονομία.

Ο υφυπουργός Δικαιοσύνης, Γιάννης Μπούγας, διαβεβαίωσε ότι η ηγεσία του υπουργείου Δικαιοσύνης είναι ανοιχτή σε προτάσεις κομμάτων και φορέων και θα προχωρήσει σε βελτιωτικές αλλαγές. Κάλεσε δε, τα κόμματα, να υπερψηφίσουν μία θεσμική παρέμβαση που θα βελτιώσει, θα αναβαθμίσει ποιοτικά και θα επιταχύνει, χωρίς εκπτώσεις, την απονομή της δικαιοσύνης. Η αντιπολίτευση από την πλευρά της, εξέφρασε σοβαρές αμφιβολίες για την αποτελεσματικότητα του νομοσχεδίου αλλά και τους στόχους του,

Ο κ. Μπούγας χαρακτήρισε το νομοσχέδιο, «μεγάλης σημασίας θεσμική μεταρρύθμιση, η οποία εντάσσεται σε ένα ολοκληρωμένο και καλά μελετημένο συνολικό σχεδιασμό για την σύγχρονη οργάνωση και λειτουργία της ελληνικής Δικαιοσύνης, τον θεσμικό εκσυγχρονισμό της και κυρίως, την απονομή της σε εύλογο χρονικό διάστημα».

Παράλληλα, επιτέθηκε στην αντιπολίτευση, κατηγορώντας την για «μονότονη, αφοριστική πολιτική, χωρίς όμως να καταθέτει καμία πρόταση». Ανακοίνωσε δε, ότι «μετά την ολοκλήρωση της ψήφισης του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας, θα κατατεθεί μέχρι το τέλος του έτους ο κώδικας εναλλακτικής επίλυσης των διαφορών, για να ολοκληρώσει τις παρεμβάσεις σχετικά με τον εκσυγχρονισμό και την επιτάχυνση της αστικής δίκης».

«Όταν θέλουμε 1400 ημέρες για την έκδοση οριστικής απόφασης στο μεγαλύτερο δικαστήριο της χώρας, η κυβέρνηση, δεν μπορεί να παραμένει απαθής» είπε ο υφυπουργός. «Όταν έχουμε τον βραδύτερο ρυθμό στην απονομή της δικαιοσύνης σε ολόκληρη την Ευρώπη, υπερδιπλάσιο του μέσου όρου των χωρών του Συμβουλίου της Ευρώπης, η απάντηση της αντιπολίτευσης σε αυτή την πραγματική κατάσταση με τη χώρα διαρκώς να ελέγχεται, δεν μπορεί να είναι ‘αφήστε τα πράγματα, όπως είναι’», σημείωσε.

Ως σημαντικές τομές του νομοσχεδίου, προέβαλε μεταξύ άλλων ο κ. Μπούγας τα παρακάτω:

– Με την κατάθεση του δικογράφου, προσδιορίζεται δικάσιμος.

– Ο ψηφιακός φάκελος, θα σχηματίζεται με την κατάθεση του εισαγωγικού δικογράφου. Όπως είπε, «μέχρι τέλους του έτους θα λειτουργήσει πυλοτικά ο ψηφιακός φάκελος στις κτηματολογικές διαφορές, έτσι ώστε στον ψηφιακό τόπο του κτηματολογίου, οι διάδικοι, ο κτηματολογικός δικαστής, να ανατρέχουν και να ανασύρουν τα στοιχεία χωρίς να χρειάζεται πολύωρη αναμονή στα κτηματολογικά γραφεία, φωτοτυπίες των εγγράφων ή άλλα πράγματα τα οποία ταλανίζουν σήμερα και τους δικηγόρους και τους διαδίκους».

– Την πρόβλεψη έκδοσης διάταξης, για πρώτη φορά στον Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας. «Για τυπικές πλημμέλειες, οι οποίες δεν μπορεί να θεραπευτούν και αφορούν στην αγωγή, ο δικαστής, θα μπορεί να εκδίδει διάταξη, έτσι ώστε λίγους μήνες μετά την άσκηση της αγωγής, ο διάδικος να πληροφορείται ότι υπάρχει τυπική πλημμέλεια (που η αγωγή του, υπάρχει πιθανότητα να απορριφθεί ως απαράδεκτη) και να μπορεί να παίρνει την απόφαση του. Εάν ο διάδικος θέλει να εμείνει στην αγωγή, τότε, με βάση την επιταγή του άρθρου 20 του Συντάγματος, θα τη συζητήσει στη δικάσιμο που έχει ορισθεί» διευκρίνισε. Πρόσθεσε δε, ότι «καμία έκπτωση στα δικονομικά δικαιώματα των διαδίκων επέρχεται με τη διάταξη, διότι έχει τη δυνατότητα να ζητήσει ο ενάγων, να συζητηθεί η αγωγή του στην ορισθείσα δικάσιμο. Αν όμως αυτό το κάνει και ταλαιπωρήσει και τον αντίδικό του και επιβαρύνει το δικονομικό σύστημα, εκεί θα πρέπει να έχει ένα ‘πέναλτι’, που είναι το διπλάσιο των δικαστικών εξόδων. Μπορεί δε το δικαστήριο, να υποδείξει στους διαδίκους να συμπληρώσουν κενά ή ασάφειες, έτσι ώστε να μην οδηγηθούμε σε τυπικά απαράδεκτα, που επίσης επιβαρύνουν και τα δικαστήρια, και με έξοδα τους διαδίκους», εξήγησε.

Ο κ. Μπούγας, χαρακτήρισε «σημαντική καινοτομία» την πρόβλεψη για αποκλειστικές και δεσμευτικές προθεσμίες, «όχι μόνο για τους διαδίκους, αλλά και για το δικαστήριο», απορρίπτοντας τις αιτιάσεις ότι η διάταξη ευνοεί τις τράπεζες και τα funds για τους πλειστηριασμούς. «Δεν είναι νοητό σε ένα kράτος δικαίου, σε μια ευνομούμενη πολιτεία, να μιλάμε για προθεσμίες οι οποίες, είναι δεσμευτικές και αποκλειστικές για τους διαδίκους, ενδεικτικές όμως για το δικαστήριο. Η προστασία στο πλαίσιο της αναγκαστικής εκτέλεσης, ξεκινάει από τη διάταξη η οποία αυστηροποιεί τις προϋποθέσεις για την παρέκταση της τοπικής αρμοδιότητας.

Τι γίνεται μέχρι σήμερα; Οι ισχυροί, δηλαδή οι τράπεζες ή τα funds, σε κάθε σύμβαση βάζουν την ‘Ρήτρα Παρέκτασης’. Τι σημαίνει αυτό. Ότι έχουν αρμοδιότητα για τις διαφορές που θα ανακύψουν από την δανειακή σύμβαση, τα δικαστήρια των Αθηνών. Ποια είναι η συνέπεια αυτής της ρήτρας; Η συνέπεια είναι, για υποθέσεις όπως είναι οι υποθέσεις των πλειστηριασμών στην Κρήτη ή στον Έβρο, ο οφειλέτης να κινδυνεύει να χάσει το σπίτι του εξαιτίας αυτής της ρήτρας. Είναι υποχρεωμένος να ξεκινήσει η δίκη στην Αθήνα, και μπορεί να μην έχει έρθει ποτέ στην Αθήνα ο άνθρωπος αυτός. Σήμερα λοιπόν, αυτό περιορίζεται. Όπου είναι και έχει συναφθεί και υπάρχει υποκατάστημα, εκεί θα ξεκινά η διαδικασία της διαγνωστικής δίκης και εκεί θα έχουν αρμοδιότητα τα δικαστήρια που θα επιλαμβάνονται, το να ανακοπούν κατά της αναγκαστικής εκτέλεσης.

Επίσης, στο άρθρο 954 δίνεται η δυνατότητα διόρθωσης σε εύθετο χρόνο, έτσι ώστε να μπορεί ο δικαστής να εκδώσει, όχι υπό την πίεση του χρόνου, την απόφαση για τη διόρθωση της Έκθεσης Αναγκαστικής Εκτέλεσης, για τα ζητήματα τα οποία μπορεί να διορθωθούν. Όλοι οι λόγοι της ανακοπής θα κρίνονται σε ιδιαίτερη διαδικασία ενώ επιβάλλουμε δεύτερη επίδοση, και εφόσον δεν ασκηθεί ανακοπή, τότε μόνο είναι τελεσίδικη η διαταγή πληρωμής, ενώ προβλέπουμε και τη δυνατότητα αυτοδίκαιης αναστολής» τόνισε ο υφυπουργός Δικαιοσύνης και συμπλήρωσε:

«Όλες αυτές, λοιπόν, οι εγγυήσεις, τις οποίες παραβλέψατε συνάδελφοι της αντιπολίτευσης, μας δίνουν τη δυνατότητα ταχύτερης εκδίκασης των διαφορών, αλλά και ενός ‘ξεκαθαρίσματος’ θα έλεγα, στις δίκες για την αναγκαστική εκτέλεση, καθώς και να κρίνονται μόνο οι πλημμέλειες που αφορούν στη διαδικασία της πράξης της αναγκαστικής εκτέλεσης».

Επίσης, ο κ. Μπούγας υπεραμύνθηκε της προηγούμενης μεταρρύθμισης για τον δικαστικό χάρτη, τονίζοντας ότι «υπάρχουν πλέον αξιόπιστα στοιχεία για τη λειτουργία του σε ό,τι αφορά δύο κρίσιμους δείκτες: το ποσοστό εκκαθάρισης και τον εξαμηνιαίο χρόνο εκδίκασης της απόφασης».

«Πριν το δικαστικό χάρτη, στο χρονικό διάστημα του πρώτου τριμήνου του 2024, το ποσοστό εκκαθάρισης ήταν 89,7% και ο εξαμηνιαίος χρόνος εκδίκασης ήταν 706,5 μέρες. Μετά την εφαρμογή του χάρτη, το ποσοστό εκκαθάρισης από το 89,7% έχει ανέβει στο 94%, και ο εξαμηνιαίος χρόνος εκδίκασης, από τις 706,5 μέρες, έχει φθάσει στις 500,9. Αυτά, τους πρώτους μήνες εφαρμογής του δικαστικού χάρτη, και χωρίς να έχουν ολοκληρωθεί οι θεσμικές παρεμβάσεις του υπουργείου Δικαιοσύνης για την επιτάχυνση και την ποιοτική αναβάθμιση της δικαιοσύνης στη χώρα.

Ειδικότερα, στο Πρωτοδικείο Αθηνών, το ποσοστό εκκαθάρισης πριν τον δικαστικό χάρτη ήταν 87,5%. Μετά τον δικαστικό χάρτη, το ποσοστό εκκαθάρισης αυξήθηκε κατά 14,9% και περάσαμε πλέον σε θετικό νούμερο, 101%, σε σύντομο χρονικό διάστημα, και ο χρόνος εκδίκασης της απόφασης σε περίοδο εξαμήνου με αναγωγή σε έτος, ήταν 1.870,7 μέρες και μειώθηκε σε 1.362, δηλαδή μια μείωση 27% περίπου.

Ακόμη καλύτερα είναι τα στοιχεία στο Πρωτοδικείο Θεσσαλονίκης. Το ποσοστό εκκαθάρισης, από το 88,6% ανέβηκε κατά 18,6% και έφτασε το 104% και ο χρόνος εκδίκασης από τις 332,6 ημέρες έφτασε στις 252,9 ημέρες. Κάτι το οποίο είναι πάρα πολύ σημαντικό, γιατί έχει να κάνει με την προσωρινή δικαστική προστασία: ενώ πριν την εφαρμογή του χάρτη είχαμε χρόνο προσδιορισμού για τις προσωρινές διαταγές, 15 ημέρες, σήμερα οι προσωρινές διαταγές δικάζονται σε 2 ημέρες.

Σε ό,τι αφορά δε το ποινικό τμήμα, σύμφωνα με την Παγκόσμια Τράπεζα, στο Πρωτοδικείο Αθηνών σημειώθηκε αύξηση του συνολικού αριθμού των υποθέσεων που εισήχθησαν απευθείας στο ακροατήριο, κατά 47%, και έχουμε επίσης μια αύξηση του αριθμού των υποθέσεων που έχουν εκδικαστεί, κατά 24%».

«Αυτά είναι αποδεδειγμένα και με στοιχεία, όχι με αίσθηση, τα οποία προκύπτουν από την – για λίγους μόνο μήνες – εφαρμογή του δικαστικού χάρτη».

Επομένως, ο δικαστικός χάρτης – που δυστυχώς τα κόμματα της αντιπολίτευσης τον καταψήφισαν, εμμένοντας σε ένα απαρχαιωμένο σύστημα οργάνωσης και απονομής της ελληνικής δικαιοσύνης – έχει αποδώσει, και είμαστε απολύτως βέβαιοι ότι με τα υπόλοιπα μέτρα και την ψηφιοποίηση της δικαιοσύνης, θα επιτύχουμε χρόνους ανάλογους των χωρών της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του Συμβουλίου της Ευρώπης», υπογράμμισε.

Απάντηση έδωσε ο υφυπουργός και στις επικρίσεις που δέχθηκε από την αντιπολίτευση, για τη διάταξη που αφορά τις εργατικές διαφορές, αντιτείνοντας ότι «για μια διαφορά εργατική 30, 40 ή 50 χιλιάδες, αυτός που καταφεύγει στην αναίρεση δεν είναι ο εργαζόμενος, πληρώνοντας αρκετές χιλιάδες ευρώ για τον Άρειο Πάγο, αλλά ο εργοδότης, θέλοντας να κάμψει τη βούληση και την αποφασιστικότητά του να διεκδικήσει και να εισπράξει το ποσό που του έχει επιδικάσει το δευτεροβάθμιο δικαστήριο».

Τι είπαν τα κόμματα της αντιπολίτευσης

Η γενική εισηγήτρια του ΠΑΣΟΚ, Ευαγγελία Λιακούλη, κατηγόρησε το υπουργείο Δικαιοσύνης ότι «αντί για προστάτης των πολιτών, έγινε γρανάζι των funds», ενώ επεσήμανε ότι «αλλάζει κώδικες ανά εξάμηνο και επιδίδεται σε ποινικό λαϊκισμό για λόγους επικοινωνίας, τη στιγμή που τα δομικά προβλήματα της δικαιοσύνης παραμένουν, και η ετήσια Έκθεση της Κομισιόν για το κράτος δικαίου στην Ελλάδα, είναι για μια ακόμα χρονιά κόλαφος».

«Η κυβέρνηση έφερε ένα νομοσχέδιο χωρίς ουσιαστική διαβούλευση, στοχεύοντας να ‘αδειάσει’ άρον-άρον τα πινάκια, χωρίς να συνυπολογίζει τον νέο κυκεώνα στον οποίο θέτει δικαστές, δικηγόρους και πολίτες», είπε η κ. Λιακούλη, ενώ έντονη κριτική άσκησε στη διάταξη για τον επαναπροσδιορισμό των ανακοπών μέσω πλατφόρμας, καθώς και στις «ρυθμίσεις για την αναγκαστική εκτέλεση, που περιορίζουν τα δικαιώματα των οφειλετών και προωθούν τους ταχύτερους πλειστηριασμούς».

Όπως τόνισε, «το νομοσχέδιο περιορίζει τους λόγους που μπορούν να προβάλουν οι οφειλέτες στις ανακοπές, μειώνει τις προθεσμίες, αλλάζει την κατά τόπο αρμοδιότητα των συμβολαιογράφων στον πλειστηριασμό, που πλέον αποσυνδέεται ουσιαστικά από τον τόπο της εκτέλεσης και μεταφέρεται με συνοπτικές διαδικασίες στην Αθήνα».

«Ο οφειλέτης χάνει την εγγύτητα με το συμβολαιογράφο και τη δυνατότητα ενημέρωσης, και επιβαρύνονται ιδίως οι πιο αδύναμοι οφειλέτες», υποστήριξε.

Ο γενικός εισηγητής του ΣΥΡΙΖΑ, Γιώργος Παπαηλιού έκανε λόγο για «ημίμετρα αμφίβολης αποτελεσματικότητας».

«Η θεσμική αξιοπιστία και αποτελεσματικότητα, δεν συνδέονται μόνο με την εξαιρετικά αργή, υπερβολική καθυστέρηση στην απονομή της δικαιοσύνης. Σημαντική παράμετρός της ταχύτητας, συνδέεται με τα σοβαρά προβλήματα που υπάρχουν, κυρίως με την έλλειψη υλικοτεχνικών υποδομών, ανθρώπινου δυναμικού, με την πολυνομία και την κακονομία στην οποία είστε πρωταθλητές», τόνισε και συμπλήρωσε:

«Ο ποινικός κώδικας κατατρέχεται από ποινικό λαϊκισμό, με τις συνεχείς τροποποιήσεις του, ενώ θα έπρεπε να είναι ένα σταθερό ισορροπημένο πλαίσιο. Η αύξηση της αξίας των μικροδιαφορών, δεν συνάδει με το εισοδηματικό επίπεδο των Ελλήνων. Η διευκόλυνση και η επιτάχυνση, μέσω της έκδοσης διαταγής πληρωμής για την απόδοση χρήσης ενοικίου και έξωσης ενοικιαστών από δικηγόρους, και όχι μετά από δικαστική απόφαση, είναι αμφίβολης συνταγματικότητας».

Υποστήριξε ακόμα, ότι «ο επαναπροσδιορισμός των ανακοπών αποτελεί δώρο στα funds και ενισχύει τους μεγάλους και ισχυρούς σε βάρος των δανειοληπτών, οι οποίοι βρίσκονται σε δύσκολη θέση και κινδυνεύουν να χάσουν περιουσιακά τους στοιχεία».

Η ειδική αγορήτρια του ΚΚΕ, Μαρία Κομνηνάκα, τάχθηκε «κατά του βαθειά αντιδραστικού αντιλαϊκού νομοσχεδίου».

«Οι αλλαγές που έρχονται στον ποινικό κώδικα είναι πολύ σοβαρές, έρχονται και πάλι με διαδικασίες fast track, ενώ κινούνται σε βαθιά αντιδραστική κατεύθυνση, στη ρότα που επιτάσσουν, το ελληνικό Σχέδιο Ανάκαμψης, η γνωστή έκθεση Πισσαρίδη και άλλα σχετικά κείμενα που υλοποιούν τη στόχευση της ευρωπαϊκής ένωσης, του ΣΕΒ και των μονοπωλιακών ομίλων, για την ακόμα πιο ενεργή συμβολή της δικαιοσύνης στην υπηρεσία της καπιταλιστικής κερδοφορίας.

Στο όνομα της επιτάχυνσης και του εξορθολογισμού της δικαιοσύνης, συρρικνώνετε, φαλκιδεύετε ουσιαστικά και δικονομικά δικαιώματα σε βάρος των πολιτών των λαϊκών στρωμάτων και των εργαζομένων, που αναγκάζονται να προσφύγουν στη δικαιοσύνη», υποστήριξε.

«Ασφυκτικές προθεσμίες, αύξηση του κόστους προσφυγής με παράβολα και κάθε είδους επιβαρύνσεις και στρωμένο βεβαίως έδαφος σε τράπεζες και funds, με μαζικές κατασχέσεις και ηλεκτρονικούς πλειστηριασμούς της λαϊκής κατοικίας» διαπίστωσε η κ. Κομνηνάκα. «Αντί να ικανοποιηθούν τα δίκαια αιτήματα για κατάργηση του ισχύοντος νόμου, για γενναίες προσλήψεις στα δικαστήρια, βελτίωση των υλικοτεχνικών υποδομών των δικαστηρίων, κατάργηση του νέου δικαστικού χάρτη, απαγόρευση των πλειστηριασμών και προστασία της λαϊκής κατοικίας, η κυβέρνηση της ΝΔ, με το νέο νομοσχέδιο, παγιώνει τις μέχρι τώρα αντιδραστικές ρυθμίσεις και προθέτει και νέες, στην ίδια πάντα κατεύθυνση, υλοποιώντας σταδιακά ένα ενιαίο σχέδιο για να γίνει η δικαιοσύνη ακόμα πιο προσιτή στους λίγους και εκλεκτούς», κατέληξε η κ. Κομνηνάκα.

Ο ειδικός αγορητής της Ελληνικής Λύσης, Βασίλειος Γραμμένος, έκανε λόγο για σειρά «βαθειά προβληματικών, πρόχειρων και επικίνδυνων αλλαγών, που πλήττουν την ασφάλεια δικαίου και αποδυναμώνουν την θεσμική λειτουργία της δικαιοσύνης».

«Η κυβέρνηση εμμένει στο αρχικό της σχέδιο, χωρίς να υπολογίζει τις παραμέτρους που έθεσαν οι δικαστές και εισαγγελείς. Το υπουργείο ενδιαφέρεται αποκλειστικά για τις fast track διαδικασίες, αλλά όχι για ουσιαστική δικαστική κρίση. Η δήθεν επιτάχυνση της δικαιοσύνης, χωρίς να υπάρχουν ανθρώπινες δυνατότητες, θα οδηγήσει όλο το εγχείρημα σε φιάσκο.

Εμείς στην Ελληνική Λύση θεωρούμε ότι το υπουργείο Δικαιοσύνης εμφανίζεται ως μεταρρυθμιστής, αλλά νομοθετεί πρόχειρα, ελλειπώς και επιπόλαια. Δεν είμαστε απέναντι στην πρόοδο και την επιτάχυνση των διαδικασιών, αλλά απέναντι στην προσχηματική επίσπευση που μετατρέπει τη δικαιοσύνη σε ιδιωτική υπηρεσία, και τον πολίτη σε θύμα.

Η απονομή της δικαιοσύνης είναι θεμελιώδης πυλώνας της δημοκρατίας μας και δεν παραδίδεται ούτε θα πρέπει να παραδοθεί στα ιδιωτικά συμφέροντα», υποστήριξε.

Ο ειδικός αγορητής της Νέας Αριστεράς, Δημήτρης Τζανακόπουλος, χαρακτήρισε «πλήρως αποτυχημένη» την πολιτική που ασκεί το υπουργείο Δικαιοσύνης, ενώ υποστήριξε ότι «οι πραγματικοί στόχοι της κυβέρνησης, είναι η επιτάχυνση της δικαιοσύνης, αλλά για πολύ συγκεκριμένες κατηγορίες οικονομικών και κοινωνικών δυνάμεων, η οποία θα αφορά τις μεγάλες και πολύ μεγάλες επιχειρήσεις, ή την δικαστική εξουσία που σχετίζεται και επιδιώκει να επιλύσει διαφορές μεγάλου και πολύ μεγάλου ενδιαφέροντος. Σε ό,τι αφορά όμως την δικαιοσύνη για τα λαϊκά στρώματα για τις εργατικές διαφορές, υπάρχει μία πλήρης, ολοκληρωτική αδιαφορία», πρόσθεσε.

Έκανε ακόμα λόγο για «ποσοστό ρεκόρ που υπερβαίνει το 75% των πολιτών, το οποίο ευθαρσώς λέει ότι δεν έχει καμία εμπιστοσύνη στην ελληνική δικαιοσύνη, όπως καταγράφεται σε σειρά ερευνών τα τελευταία χρόνια», και υποστήριξε ότι «είναι πλήρως απαξιωμένη η δικαστική λειτουργία, με την ηγεσία της οποίας η κυβέρνηση έχει προνομιακές σχέσεις».

«Οδηγεί σε αύξηση του κόστους για την μεγάλη κοινωνική πλειοψηφία η πρόσβαση στη δικαιοσύνη και το δικαίωμα στην δικαστική προστασία, σε περιορισμούς δικονομικούς», ανέφερε και πρόσθεσε:

«Η κατάσταση είναι τραγική, η κυβέρνηση έχει αποτύχει παταγωδώς. Παράδειγμα η αποτυχία σας με το νέο δικαστικό χάρτη, ο οποίος δεν έχει παράξει κανένα απολύτως αποτέλεσμα μέσα στον πρώτο χρόνο λειτουργίας του. Με βάση τις τελευταίες έρευνες, η έκδοση δικαστικής απόφασης για το 2023 είναι 1400 μέρες στην Ελλάδα, μετά από έξι χρόνια διακυβέρνησης της ΝΔ.

Επίσης, στο ποινικό δίκαιο ακούγαμε ότι με την αυστηριοποίηση των ποινών και τη μηδενική ανοχή, θα έχουμε περιορισμό της εγκληματικότητας. Αντίθετα, έχουμε επιδείνωση των δεικτών και αύξηση των φυλακίσεων σε τέτοιο βαθμό, που οι φύλακες στην Άμφισσα και την Κέρκυρα, ζήτησαν να μην μεταφέρονται πλέον κρατούμενοι εκεί, διότι έχουν ξεπεράσει το 170% του δυναμικού τους», σημείωσε ο κ. Τζανακόπουλος και κατέληξε:

«Είναι ένα νομοσχέδιο-τερατούργημα, με το οποίο δεν υπάρχει καμία πλέον προστασία των ανθρώπων που υπόκεινται στις διαδικασίες αναγκαστικής εκτέλεσης. Έχουμε πλέον απελευθέρωση πλειστηριασμών, δικαιοσύνη δύο ταχυτήτων, απαξίωση της υλικοτεχνικής υποδομής και του προσωπικού, περιορισμούς στη πρόσβαση στη δικαιοσύνη».

Η ειδική αγορήτρια της Πλεύσης Ελευθερίας, Ελένη Καραγεωργοπούλου, υποστήριξε ότι «είναι άλλη μια παρέμβαση στον κώδικα της ποινικής δικονομίας, που με τις κραυγαλέες διατάξεις αλλοιώνεται ο τρόπος της αναγκαστικής εκτέλεσης αλλά και ο τρόπος δημοσίευσης διαθηκών που έχουν κατοχυρωθεί σε θεμελιώδους νόμους εδώ και πάρα πολλά χρόνια».

«Δεν μας ξενίζει αυτός ο επιδεικτικός αμοραλισμός του υπουργού Δικαιοσύνης. Η χρόνια υποστελέχωση αποτελεί τη μεγαλύτερη παθογένεια του ελληνικού συστήματος απονομής της δικαιοσύνης. Οι δικαστικοί υπάλληλοι καταρρέουν στις έδρες. Κάτω από αφόρητες πιέσεις λειτουργούν οι δικαστικοί λειτουργοί. Χωρίς παράλληλη πρόνοια για στελέχωση, μεταρρύθμιση δεν γίνεται. Η επιτάχυνση της δικαιοσύνης πρέπει να γίνει με ποιοτικά κριτήρια και όχι ποσοτικά», τόνισε.

Έμφαση έδωσε στην αναγκαστική εκτέλεση, τονίζοντας ότι «η ρύθμιση μας κάνει να σηκώνουμε τα χέρια ψηλά».

«Ο οφειλέτης χάνει το δικαίωμά του στην δικαιοσύνη, θα χάνει τις προθεσμίες ανακοπής όταν επιδοθεί δεύτερη φορά η διαταγή πληρωμής, δεν θα εκδίδεται από δικαστή αλλά από μη δικαιοδοτικό όργανο, όπως είναι ο δικηγόρος, και το επόμενο στάδιο είναι η αναγκαστική εκτέλεση. Δεν παρέχεται πλέον στον οφειλέτη κανένα υποβοήθημα και αναμένεται η καταστρατήγηση όλων των ανθρωπίνων δικαιωμάτων από τις τράπεζες και τα funds», επεσήμανε η κ. Καραγεωργοπούλου.

Τέλος, ο εισηγητής της ΝΔ, Ελευθέριος Κτιστάκης, έκανε λόγο για αναγκαίες στοχευμένες νομοθετικές παρεμβάσεις.

«Το νομοσχέδιο, επιχειρεί να προσαρμόσει διατάξεις ανέγγιχτες, αμετάβλητες επί 10ετίες, στις απαιτήσεις της εποχής αλλά και στις νέες συνθήκες που έχουν διαμορφωθεί, αφενός με τη λειτουργία των δικαστηρίων μετά τον δικαστικό χάρτη και αφετέρου με την χρήση της τεχνολογίας. Επιπλέον συνεισφέρει σημαντικά στην αποσυμφόρηση των δικαστηρίων από έργο στο οποίο υπάρχει μηδαμινή ή ελάχιστη δικανική και δικαιοδοτική χρήση», τόνισε.

Οι απόψεις που εκφράζονται στα σχόλια των άρθρων δεν απηχούν κατ’ ανάγκη τις απόψεις της ιστοσελίδας μας, το οποίο ως εκ τούτου δεν φέρει καμία ευθύνη. Για τα άρθρα που αναδημοσιεύονται εδώ με πηγή, ουδεμία ευθύνη εκ του νόμου φέρουμε καθώς απηχούν αποκλειστικά τις απόψεις των συντακτών τους και δεν δεσμεύουν καθ’ οιονδήποτε τρόπο την ιστοσελίδα.‌‌

Ροή Ειδήσεων