Η ελληνική ενεργειακή πολιτική ξανά στο λάθος στρατόπεδο
Καθώς ο πόλεμος στην Ουκρανία φαίνεται να πλησιάζει προς ένα τέλος –όποτε κι αν συμβεί αυτό– η ευρωπαϊκή ενεργειακή αρχιτεκτονική θα εισέλθει αναπόφευκτα σε φάση αναδιάταξης. Ήδη, σε κύκλους της ευρωπαϊκής βιομηχανίας θεωρείται σχεδόν αυτονόητο ότι, μετά την παύση των εχθροπραξιών, μεγάλο μέρος των κυρώσεων προς τη Ρωσία θα επανεξεταστεί.
Η πίεση που δέχονται χώρες με βαριά βιομηχανία, όπως η Γερμανία, είναι τεράστια. Η γερμανική παραγωγική βάση δεν μπορεί να επιβιώσει μακροπρόθεσμα με πανάκριβο LNG· χρειάζεται φθηνό αγώγιμο αέριο. Και αυτό το αέριο, όσο κι αν κάποιοι στην Ευρώπη αρνούνται να το παραδεχτούν, μπορεί να έρθει μόνο από τη Ρωσία μέσω αγωγών όπως ο Nord Stream 1 και ο ανενεργός –αλλά τεχνικά λειτουργικός– Nord Stream 2.
Μέσα σε αυτό το πλαίσιο, το αφήγημα περί του κάθετου ευρωπαϊκού «Διαδρόμου» που θα άλλαζε τα δεδομένα φαντάζει ρηχό. Οι κάθετοι αγωγοί έχουν φυσικά τη σημασία τους, όμως η ευρωπαϊκή αγορά αερίου καθορίζεται από τον όγκο και την τιμή – δύο παράγοντες όπου ο ρωσικός αγωγός εξακολουθεί να υπερέχει.
Και κάπου εδώ εμφανίζεται το ελληνικό πρόβλημα. Αν οι κυρώσεις αρθούν και το ρωσικό αέριο επανέλθει στην ευρωπαϊκή αγορά, τότε ποιος θα μείνει με τον μουτζούρη στο χέρι; Οι ελληνικές εταιρείες που έσπευσαν να υπογράψουν πολυετείς συμφωνίες για ακριβό αμερικανικό LNG, εν μέσω πολιτικών πιέσεων και κρίσης. Την ίδια ώρα που άλλες χώρες, πιο διορατικές, διατήρησαν ανοιχτές επιλογές. Η Ελλάδα, για ακόμη μια φορά, αντέδρασε βιαστικά, επιφανειακά και χωρίς στρατηγική προοπτική.
Δεν είναι η πρώτη φορά που συμβαίνει αυτό. Θυμόμαστε όλοι το ελληνικό «Plan B» της ενεργειακής κρίσης του 2022: μια σειρά επιλογών που λειτούργησαν περισσότερο ως σπασμωδικές κινήσεις παρά ως οργανωμένη πολιτική. Η βίαιη και απροετοίμαστη απολιγνιτοποίηση υπήρξε εμβληματικό λάθος, που κόστισε ακριβά σε νοικοκυριά και επιχειρήσεις. Την ώρα που Γερμανοί, Πολωνοί, Τσέχοι και άλλοι ζητούσαν –και λάμβαναν– παρατάσεις στο κλείσιμο των λιγνιτικών μονάδων για να διασφαλίσουν ενεργειακή ευελιξία, η Ελλάδα βιαζόταν να κλείσει τις δικές της.
Αποτέλεσμα; Πουλήσαμε τα λιγνιτικά μας αποθέματα στα Σκόπια, για να εισάγουμε από εκεί, ρεύμα «βρώμικης» προέλευσης σε τιμές υπερπολλαπλάσιες αυτών με τις οποίες θα το παρήγαμε εμείς. Μια πολιτική που ούτε οικολογικά ωφέλιμη ήταν, ούτε οικονομικά αποδοτική. Ένα σχολικό παράδειγμα λανθασμένης ιεράρχησης συμφερόντων.
Και δυστυχώς, η ιστορία δείχνει να επαναλαμβάνεται. Με την Ευρώπη να προσανατολίζεται –έστω αργά– σε έναν νέο ενεργειακό ρεαλισμό, η Ελλάδα κινδυνεύει να βρεθεί ξανά στη λάθος πλευρά των εξελίξεων. Αν το ρωσικό αέριο επιστρέψει, κι αν οι βαλκανικές χώρες αρχίσουν να παράγουν ρεύμα από φθηνό αγώγιμο αέριο, τότε εμείς θα βρεθούμε να εισάγουμε ηλεκτρική ενέργεια σε διπλάσιες ή και τριπλάσιες τιμές. Θα πληρώνουμε δηλαδή ως καταναλωτές τις συνέπειες μιας πολιτικής που σχεδιάζεται με γνώμονα το πρόσκαιρο και όχι το στρατηγικό συμφέρον.
Η ελληνική ενεργειακή πολιτική πάσχει διαχρονικά από κοντόφθαλμη λογική. Κάθε κυβέρνηση αλλάζει κατεύθυνση χωρίς συνέχεια, χωρίς εθνική στρατηγική, χωρίς βαθιά κατανόηση των γεωπολιτικών ισορροπιών. Οι επιλογές γίνονται για επικοινωνιακούς λόγους, όχι για να εξυπηρετήσουν τις πραγματικές ανάγκες της χώρας. Και το χειρότερο είναι πως το τίμημα το πληρώνει πάντα ο πολίτης: είτε μέσω των λογαριασμών, είτε μέσω της απώλειας ανταγωνιστικότητας των ελληνικών επιχειρήσεων.
*Φωτογραφία αρχείου
Δείτε επίσης:
Οι απόψεις που εκφράζονται στα σχόλια των άρθρων δεν απηχούν κατ’ ανάγκη τις απόψεις της ιστοσελίδας μας, το οποίο ως εκ τούτου δεν φέρει καμία ευθύνη. Για τα άρθρα που αναδημοσιεύονται εδώ με πηγή, ουδεμία ευθύνη εκ του νόμου φέρουμε καθώς απηχούν αποκλειστικά τις απόψεις των συντακτών τους και δεν δεσμεύουν καθ’ οιονδήποτε τρόπο την ιστοσελίδα.


