Σε χρηματοοικονομικό τέλμα ο κλάδος: Τα εκκοκκιστήρια εκπέμπουν «SOS»

Σε χρηματοοικονομικό τέλμα ο κλάδος: Τα εκκοκκιστήρια εκπέμπουν «SOS»


Σε ένα επικίνδυνο καθοδικό σπιράλ πωλήσεων, που φέρνει σε δύσκολη θέση όσες εκκοκκιστικές επιχειρήσεις αντιμετωπίζουν υψηλά «ανοίγματα», δηλαδή τραπεζικά δάνεια και υποχρεώσεις, έχει εισέλθει η ελληνική βαμβακουργία. Τα προβλήματα ξεκίνησαν από την αύξηση του ενεργειακού κόστους το 2022, με την έναρξη της εισβολής της Ρωσίας στην Ουκρανία. Στη συνέχεια, εντάθηκαν με τις χαμηλές διεθνείς τιμές του βαμβακιού το 2023, που συνοδεύτηκαν από τις καταστροφές της θεομηνίας Daniel στη Θεσσαλία. Tο «κακό τρίτωσε» το 2024, με την καθήλωση των διεθνών τιμών σε ακόμα χαμηλότερα επίπεδα, λόγω του ανταγωνισμού με τις συνθετικές ίνες, που γίνεται όλο και πιο σκληρός για τις φυσικές ίνες, όπως το βαμβάκι, στον τομέα της ένδυσης. Το αποτέλεσμα είναι τα ελληνικά εκκοκκιστήρια να έχουν «λυγίσει» από τη μείωση των πωλήσεων, το ζημιογόνο 2024 και τις δανειακές υποχρεώσεις που τρέχουν.

Ήταν 17 Δεκεμβρίου του 2024, όταν οι εκπρόσωποι της Διεπαγγελματικής Οργάνωσης Βάμβακος, μεταξύ των οποίων και ο ιδιοκτήτης του εκκοκκιστηρίου στην Ηράκλεια Σερρών, Αντώνης Σιάρκος, είχαν συναντήσει τον πρωθυπουργό, Κυριάκο Μητσοτάκη, στο Μέγαρο Μαξίμου, μαζί με τον υπουργό Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, Κώστα Τσιάρα, και τον υπουργό Επικρατείας, Άκη Σκέρτσο.

Όσα συζητήθηκαν σε εκείνη τη συνάντηση δεν έγιναν πλήρως γνωστά. Αυτό που μάθαμε από τις ανακοινώσεις ήταν ότι οι εκπρόσωποι του κλάδου ζήτησαν τη βοήθεια του πρωθυπουργού για την προώθηση του ευρωπαϊκού βαμβακιού στις αγορές του εξωτερικού, που έχει χάσει έδαφος τα τελευταία χρόνια. Όμως, ήταν μία πρώτης τάξεως ευκαιρία να τεθούν και τα ζητήματα οικονομικής βιωσιμότητας του κλάδου. Έκτοτε, δεν λήφθηκε καμία άλλη πρωτοβουλία, τουλάχιστον όχι και σε τόσο υψηλό επίπεδο.

Σοφάδες, Ιτέα, Παλαμάς, Φάρσαλα και Γλαύκη είναι κάποια από τα μέρη του θεσσαλικού κάμπου, όπου, εδώ και τρεις σοδειές, το βαμβάκι δεν αποκαλείται πλέον «λευκός χρυσός». Τα τοπωνύμια που αναφέρουμε δεν είναι τυχαία. Εκεί εδρεύουν τα τοπικά εκκοκκιστήρια εταιρειών, που ανήκουν στις οικογένειες Καραγιώργου, Αγγελούση κ.ά.

Κάποια, όπως αυτά του Νίκου Αγγελούση, υπέστησαν μεγάλη έως ολοκληρωτική ζημιά. Χαρακτηριστικά, στον απολογισμό της για εκείνη τη χρονιά που ακολούθησε τις πλημμύρες, η εταιρεία αναφέρει: «Χιλιάδες στρέμματα υπέστησαν καθολική ζημιά λόγω των πλημμυρών, αλλά και των έντονων βροχοπτώσεων που προκλήθηκαν εξαιτίας του ακραίου φαινομένου, γεγονός που συμπαρέσυρε και είχε άμεσες αρνητικές επιπτώσεις και στις επιχειρήσεις εκκόκκισης βάμβακος».

Ο πρόεδρος της Ένωσης Εκκοκκιστών Ελλάδας και πρόεδρος της Γ&Π Εκκοκκιστήρια Ελλάδας, Πρόδρομος Ουσουλτζόγλου, δήλωσε στην «ΥΧ»: «Παρ’ όλες τις δυσκολίες που αντιμετωπίζει στο σύνολό του ο κλάδος του βαμβακιού, οι εκκοκκιστικές επιχειρήσεις καταβάλλουν κάθε προσπάθεια να στηρίξουν τους βαμβακοπαραγωγούς με κάθε δυνατό τρόπο, προκειμένου να ανταποκριθούν στις υποχρεώσεις τους και έως ότου αντιστραφεί το αρνητικό κλίμα στις διεθνείς αγορές». Όταν τον ρωτήσαμε ποια θα μπορούσε να είναι η λύση, ο κ. Ουσουλτζόγλου μας είπε: «Πολύ σημαντικό ρόλο θα παίξει η προσπάθεια που γίνεται από όλες τις βαμβακοπαραγωγικές χώρες του κόσμου να αυξηθεί η κατανάλωση βαμβακερών υφασμάτων έναντι των συνθετικών και, κυρίως, του πολυεστέρα. Αργά ή γρήγορα, οι τιμές θα ανακάμψουν και ο κόσμος θα κατανοήσει ότι είναι σαφώς προτιμότερο να φορά βαμβακερά και όχι συνθετικά ρούχα».

Κλείνοντας, ήθελε να μεταφέρει ένα αισιόδοξο μήνυμα: «Οι προσπάθειές μας να προωθήσουμε το ευρωπαϊκό βαμβάκι φαίνεται ότι άρχισαν να αποδίδουν καρπούς. Πριν από λίγες εβδομάδες, ολοκληρώθηκε η παραγωγή της πρώτης παρτίδας προϊόντων, που είχαν στην “ούγια” τους το σήμα του EUCOTTON. Αυτό μας δίνει μια αισιοδοξία ότι αν στραφούμε προς την κατεύθυνση της διαφοροποίησης και της ποιότητας, υπάρχει φως στο τούνελ. Θα καταφέρουμε να αποδεσμευθούμε από τις χρηματιστηριακές τιμές, που ακολουθούν αρνητική πορεία τον τελευταίο καιρό».

Οι επιπτώσεις των διεθνών τιμών

Όπως αναφέρθηκε προηγουμένως, η χαμηλή αποτίμηση του βαμβακιού διεθνώς, λόγω του άνισου ανταγωνισμού με τις συνθετικές ίνες, έχει άμεση επίπτωση και στις εγχώριες εκκοκκιστικές επιχειρήσεις. Γι’ αυτό και το οικονομικό πρόβλημα στον κλάδο δεν εντοπίζεται μόνο στη Θεσσαλία. Κρίνεται επιτακτική η ανάγκη να υπάρξει στροφή προς τις φυσικές ίνες και δη στο βαμβάκι, έναντι του πολυεστέρα, επαναλαμβάνουν με κάθε ευκαιρία οι άνθρωποι που εμπλέκονται στην αλυσίδα παραγωγής, προκειμένου να τερματιστούν οι αρνητικές επιπτώσεις στον κλάδο.

Από μία έρευνα που έκανε η «ΥΧ» στις δημοσιευμένες καταστάσεις ισολογισμών των εκκοκκιστικών επιχειρήσεων, που είναι καταχωρισμένες στο ΓΕΜΗ (Γενικό Εμπορικό Μητρώο), διαπιστώσαμε ότι τουλάχιστον 22 επιχειρήσεις είναι εν λειτουργία –συν την ΚΑΠΑ ΣΙΓΜΑ, που ανήκει στην Αφοι Καραγιώργου–, 12 έχουν κλείσει τα τελευταία χρόνια ή υπολειτουργούν και μία είναι υπό μίσθωση από άλλη εταιρεία (σ.σ. στον Γάζωρο Σερρών).

Από τις δημοσιευμένες οικονομικές καταστάσεις 20 επιχειρήσεων που λειτουργούν, προκύπτει ότι το σύνολο των πωλήσεων για τη χρήση του 2024 έφτασε τα 895,9 εκατ. ευρώ, όταν το 2023 ήταν 1,12 δισ. ευρώ. Δηλαδή, υπήρξε μείωση της τάξης του 20,1%. Να σημειώσουμε εδώ ότι οι περισσότερες εταιρείες δημοσιεύουν ισολογισμούς για χρήση από 1 Ιουλίου 2023 έως 30 Ιουνίου 2024. Επίσης, δύο εταιρείες, η Εκκοκκιστήρια Σοφάδων του Δημήτρη Πολύχρονου και η ΕΚΡΟΕΛ του Βασίλειου Φωτεινιά δεν έχουν δημοσιεύσει ισολογισμό για το 2024, οπότε δεν συμπεριλήφθηκαν στα συγκριτικά στοιχεία των δύο ετών.

Από κέρδη, σε ζημιές

Το άλλο, ενδεικτικό της δεινής οικονομικής κατάστασης των ελληνικών εκκοκκιστηρίων, μέγεθος, που αξίζει να καταγράψουμε είναι τα κέρδη (ή τις ζημίες) προ φόρων των δύο τελευταίων ετών, δηλαδή 2023 και 2024. Σύμφωνα με τους δημοσιευμένους ισολογισμούς των 20 επιχειρήσεων, το 2024 είχαμε ζημιές προ φόρων 14,61 εκατ. ευρώ έναντι κερδών 35,7 εκατ. ευρώ το 2023. Αυτό σημαίνει μείωση της τάξης του 124%.

Παράλληλα, μέσα σε έναν χρόνο υπήρξε και πολύ μεγάλη δανειακή επιβάρυνση του κλάδου, η οποία είναι δύσκολα διαχειρίσιμη σε αυτήν τη φάση. Συνολικά, οι 20 εν λειτουργία επιχειρήσεις χρωστούν σε τραπεζικό δανεισμό (το 2024) 294,3 εκατ. ευρώ, ενώ το 2023 χρωστούσαν 226,8 εκατ. ευρώ, δηλαδή περίπου +29,8%. Εάν αυτό συνεχιστεί και το 2025, τα πράγματα θα είναι άσχημα για τις εταιρείες με τα περισσότερα δάνεια. Ιδιαίτερα αν δεν δούμε σύντομα την τιμή του εκκοκκισμένου βαμβακιού να ανακτά έδαφος. Τώρα, προχωράμε στα επιμέρους συμπεράσματα από την έρευνα της «ΥΧ». Οι φωτεινές εξαιρέσεις στον κανόνα της πτώσης των πωλήσεων των εκκοκκιστηρίων μεταξύ 2023 και 2024, ήταν 5 από τις 18 εταιρείες, με τρεις να ξεχωρίζουν: Τη μεγαλύτερη αύξηση πωλήσεων είχε η Βάμβαξ ΑΒΕΕ του Ιωάννη Κομπότη στη Θήβα, με +46,8%. Ακολουθούν η Θρακικά Εκκοκκιστήρια του Σταμάτη Κουρούδη στην Κομοτηνή, με +44,6% και η Γ&Π Εκκοκκιστήρια Βάμβακος της οικογένειας Ουσουλτζόγλου στην Ημαθία, με +26,5%.

Οι δύο τελευταίες, επίσης, κατέλαβαν και την 4η και την 5η θέση αντίστοιχα σε πωλήσεις το 2024. Η πρώτη εταιρεία σε πωλήσεις, η Αφοι Ν. Καραγιώργου, είχε μείωση τζίρου κατά 28% και η δεύτερη, Κων. Β. Μάρκου ΑΒΕΕ, είχε μείωση 23,4%. Αρνητική πρωτιά στη μείωση του τζίρου είχε ο Όμιλος Αγγελούση. Οι δύο εταιρείες του, Νικόλαος Αγγελούσης ΑΕ και Εκκοκκιστήρια Λιβαδειάς-Αγγελούσης ΑΕ, σημείωσαν πτώση κατά 79,1% και 50% αντίστοιχα.

Διαβάστε ΕΔΩ τον πίνακα με τα οικονομικά αποτελέσματα των εταιρειών. 

Στα αζήτητα τα δύο εργοστάσια του Ακκά στην Κομοτηνή

Τίτλοι τέλους μπήκαν –με τον πιο θλιβερό τρόπο– στην άλλοτε «αυτοκρατορία» του Γιάννη Ακκά στην ελληνική βιομηχανία επεξεργασίας βάμβακος και παραγωγής νημάτων. Στις 17 Οκτωβρίου έγινε ο τελευταίος πλειστηριασμός για το συγκρότημα εκκόκκισης βαμβακιού και νηματουργίας στην Κομοτηνή των Εκκοκκιστηρίων Θράκης, που ανήκε στον Όμιλο Ακκά. Η τιμή πρώτης προσφοράς ήταν τα 2,23 εκατ. ευρώ, με επισπεύδουσα τη Cepal, που νόμιμα εκπροσωπεί την Hermes Acquisitions, αλλά έληξε άγονος, διότι δεν βρέθηκε αγοραστής.

Το συγκεκριμένο βιομηχανικό ακίνητο, μαζί με τη νηματουργία των Κλωστηρίων Θράκης, είναι πλήρως λειτουργικό και σε αυτό εκκοκκίζεται σύσπορο βαμβάκι από εταιρεία του κλάδου που κάνει χρήση των εγκαταστάσεων. Το 2018, οι πιστώτριες τράπεζες ήρθαν σε συμφωνία με ρύθμιση των οφειλών και πρόγραμμα εξυγίανσης της εταιρείας, αλλά το 2019 η πλευρά Ακκά αθέτησε τη συμφωνία κι έτσι η Cepal –διαχειρίστρια των ληξιπρόθεσμων δανείων, ύψους 27 εκατ. Ευρώ– προχώρησε πρώτα τον Μάρτιο σε έναν πλειστηριασμό του ακινήτου στην Κομοτηνή και σε έναν ταυτόχρονο για τα Κλωστήρια Κιλκίς και τώρα μόνο για το συγκρότημα στην Κομοτηνή. Το αντίστοιχο συγκρότημα στη Ν. Σάντα Κιλκίς κατακυρώθηκε τον Μάρτιο στην επιπλοβιομηχανία Almeco με τιμή 1 ευρώ πάνω από την τιμή προσφοράς, δηλαδή 2.060.001 ευρώ.

Όλα τα παραπάνω εργοστάσια ανήκουν στον όμιλο της Ελληνικής Υφαντουργίας, συμφερόντων της οικογένειας Ακκά. Ο όμιλος είχε σταματήσει να λειτουργεί ομαλά από το 2017, όταν διεγράφη και από το Χρηματιστήριο Αξιών Αθηνών, μετά από περίπου δύο δεκαετίες, καθώς «λύγισε» από το βάρος των δανειακών υποχρεώσεων και πρώτα βγήκε «στο σφυρί» το βιομηχανικό συγκρότημα της έδρας του ομίλου στα Γιαννιτσά.

Η εκποίηση, από τις τράπεζες, των Κλωστηρίων Κιλκίς, της Εκκοκκιστήρια Θράκης, όπως και της Κλωστήρια Θράκης, ήρθε ως επακόλουθο της κατάρρευσης της Ελληνικής Υφαντουργίας, της ναυαρχίδας των εταιρειών του Ομίλου Ακκά στον κλάδο της κλωστοϋφαντουργίας.

Οι εξελίξεις σε διεθνές και ευρωπαϊκό επίπεδο στον κλάδο της κλωστοϋφαντουργίας, η κρίση της ελληνικής οικονομίας και η αδυναμία τήρησης των συμφωνιών εξυγίανσης με τις τράπεζες οδήγησαν τον όμιλο σε αδιέξοδο και στους παραπάνω πλειστηριασμούς σημαντικών παραγωγικών συγκροτημάτων, που λόγω συγκυριών βρέθηκαν έως τώρα στα αζήτητα.

N. Αγγελούσης: Μεγάλο το πλήγμα από τον Daniel

Στο σημείωμά τους για την εικόνα των οικονομικών καταστάσεων της χρήσης από 1ης Ιουλίου 2023 έως και την 30ή Ιουνίου 2024 οι δύο εταιρείες, που ανήκουν στην οικογένεια Αγγελούση από τη Λιβαδειά, αναφέρουν: «Η καταστροφική πλημμύρα Daniel, που έπληξε την περιοχή της Θεσσαλίας στις 7 Σεπτεμβρίου 2023, είχε άμεσο αρνητικό αντίκτυπο στις λειτουργικές δραστηριότητες της εταιρείας. Πιο συγκεκριμένα, υπέστησαν σημαντικές και, σε κάποιες περιπτώσεις, ανεπανόρθωτες ζημιές οι υποδομές (μηχανολογικός εξοπλισμός και εγκαταστάσεις), καθώς και ολοκληρωτική καταστροφή τα αποθέματα (αποθηκευμένο εκκοκκισμένο βαμβάκι της προηγούμενης εκκοκκιστικής περιόδου, πρώτες ύλες και εμπορεύματα), που τηρούνταν στις εγκαταστάσεις των υποκαταστημάτων, που βρίσκονται στον Παλαμά, στην Πασχαλίτσα και στο Ερμίτσι Καρδίτσας.

Απόρροια των ανωτέρω ήταν να ανασταλεί για σημαντικό χρονικό διάστημα η λειτουργία των πληγέντων εργοστασίων, να ξεκινήσουν άμεσα οι εργασίες απομάκρυνσης των κατεστραμμένων αποθεμάτων και των λοιπών υλικών από τις εγκαταστάσεις αυτών και ο καθαρισμός τους από το προσωπικό της εταιρείας και από εξειδικευμένα συνεργεία, καθώς και να γίνει λεπτομερής καταγραφή όλων των ζημιών, προκειμένου να αρχίσει να επέρχεται σταδιακά η αποκατάσταση των παραγωγικών και διοικητικών λειτουργιών των εν λόγω εργοστασίων». Οι ζημιές και η αντίστοιχη αποζημίωση που έλαβαν οι δύο εταιρείες ήταν πάνω από 1 εκατ. ευρώ, αλλά μόνο για το κατεστραμμένο αποθηκευμένο βαμβάκι.

Οι απόψεις που εκφράζονται στα σχόλια των άρθρων δεν απηχούν κατ’ ανάγκη τις απόψεις της ιστοσελίδας μας, το οποίο ως εκ τούτου δεν φέρει καμία ευθύνη. Για τα άρθρα που αναδημοσιεύονται εδώ με πηγή, ουδεμία ευθύνη εκ του νόμου φέρουμε καθώς απηχούν αποκλειστικά τις απόψεις των συντακτών τους και δεν δεσμεύουν καθ’ οιονδήποτε τρόπο την ιστοσελίδα.‌‌

Ροή Ειδήσεων