Πώς φτάσαμε στην κατάρρευση της κυβέρνησης Μπαϊρού – Οι πολιτικές και οικονομικές συνθήκες πίσω από το «όχι» στην ψήφο εμπιστοσύνης

Μετά από εβδομάδες εντάσεων, οι οποίες «πυροδοτήθηκαν» με την ανακοίνωση του κρατικού προϋπολογισμού σκληρής λιτότητας από την κυβέρνηση του Φρανσουά Μπαϊρού, η γαλλική Εθνοσυνέλευση έστειλε σπίτι του τον εκλεκτό του Εμανουέλ Μακρόν.
Στην κρίσιμη ψηφοφορία που ακολούθησε την συνεδρίαση της Δευτέρας 8 Σεπτεμβρίου, ο πρωθυπουργός δεν έλαβε την ψήφο εμπιστοσύνης από τους βουλευτές για να συνεχίσει το -εκ των πραγμάτων εξαιρετικά δύσκολο- έργο του. Ωστόσο, η -αναγκαστική- παραίτηση Μπαϊρού αναμένεται να βυθίσει την χώρα στο χάος, παρά το γεγονός ότι ο Γάλλος πρόεδρος φέρεται να έχει ήδη καταλήξει στον διάδοχό του.
Άλλωστε, μετά από μια μακρά περίοδο πολιτικής αστάθειας, οικονομικής κακοδιαχείρισης και συνεχούς σύγκρουσης με τις Βρυξέλλες για τη δημοσιονομική πειθαρχία, που οδήγησαν στις τεράστιες περικοπές, το έργο του 74χρονου πολιτικού και κατ’ επέκταση του -όποιου- αντικαταστάτη του είναι, ουσιαστικά, μη διαχειρίσιμο.
Από την πολιτική αστάθεια στην απώλεια ελέγχου
Η διάλυση της Βουλής τον Ιούνιο του 2024, μετά την ήττα του Μακρόν στις ευρωεκλογές, άνοιξε τον δρόμο για μια πρωτοφανή περίοδο κυβερνητικής αστάθειας. Μέσα σε έναν χρόνο η Γαλλία είδε τέσσερις διαφορετικές κυβερνήσεις, καμία από τις οποίες δεν κατόρθωσε να επιβάλει μακροπρόθεσμη στρατηγική.
Η (προηγούμενη) κυβέρνηση του Μισέλ Μπαρνιέ έπεσε με ψήφο δυσπιστίας τον Δεκέμβριο 2024, ενώ ο Φρανσουά Μπαϊρού ανέλαβε με την ελπίδα ότι θα μπορούσε να ισορροπήσει ανάμεσα στις απαιτήσεις των Βρυξελλών και την κοινωνική οργή. Ωστόσο, η έλλειψη ισχυρής πλειοψηφίας τον εγκλώβισε σε συνεχείς παραχωρήσεις, χωρίς ουσιαστικά αποτελέσματα.
Το δυσβάσταχτο βάρος του χρέους και η παρέμβαση των Βρυξελλών
Η οικονομική εικόνα της Γαλλίας αυτή τη στιγμή είναι ζοφερή, καθώς το δημόσιο χρέος έχει εκτιναχθεί στα 3,3 τρισεκατομμύρια ευρώ το 2025, από 2,2 τρισ. τρία χρόνια νωρίτερα. Αυτό αντιστοιχεί στο 114% του ΑΕΠ, επίπεδα που θυμίζουν την κρίση χρέους της Ευρωζώνης.
Παράλληλα, το έλλειμμα ξεπέρασε το 5% του ΑΕΠ, παρά τις δεσμεύσεις της Γαλλίας να το μειώσει κάτω από 3%. Το ΑΕΠ εμφάνισε ύφεση 0,1% στο τελευταίο τρίμηνο του 2024, ενώ οι προβλέψεις για το 2025 δείχνουν αναιμική ανάπτυξη 0,3–0,5%, ανεπαρκή για να σταθεροποιήσει τα δημόσια οικονομικά της χώρας.
«Καύσιμο» στη φωτιά της κρίσης, εξάλλου, προσέθεσε και το γεγονός ότι η ανεργία στη χώρα έχει σκαρφαλώσει στο 7,5%, την ώρα που η βιομηχανική παραγωγή παρουσιάζει σταθερή πτώση.
Το αποτέλεσμα ήταν η Ευρωπαϊκή Επιτροπή και το Eurogroup να ζητήσουν από το Παρίσι συγκεκριμένα μέτρα εξυγίανσης. Οι Βρυξέλλες επέμειναν σε περικοπές δαπανών και αύξηση φόρων ύψους 44 δισ. ευρώ την επόμενη τριετία.
Η κυβέρνηση Μπαϊρού προσπάθησε να περάσει το πρόγραμμα λιτότητας, όμως συνάντησε οξύτατες αντιδράσεις από την αντιπολίτευση, αλλά και εσωτερικές διαρροές. Η ακροδεξιά και η αριστερά, παρότι ιδεολογικά αντίθετες, συνέκλιναν στην απόρριψη των μέτρων, παρουσιάζοντάς τα ως «υποταγή στις Βρυξέλλες».
Η… μοιραία πτώση και οι αντιδράσεις στο εσωτερικό της χώρας
Στις 8 Σεπτεμβρίου η Βουλή υπερψήφισε πρόταση δυσπιστίας με 364 ψήφους υπέρ έναντι 194 κατά. Η κυβέρνηση Μπαϊρού κατέρρευσε, σηματοδοτώντας την τρίτη κυβερνητική πτώση μέσα σε μόλις έναν χρόνο.
Η εξέλιξη αυτή προκάλεσε σοκ στις αγορές:
- Οι αποδόσεις των 10ετών ομολόγων ξεπέρασαν το 4,5%, το υψηλότερο επίπεδο από το 2012.
- Το spread με το γερμανικό bund εκτινάχθηκε πάνω από τις 150 μονάδες βάσης, παραπέμποντας σε καταστάσεις Ιταλίας και -κυρίως- Ελλάδας την περίοδο των Μνημονίων.
- Οι οίκοι αξιολόγησης άφησαν ανοιχτό το ενδεχόμενο νέας υποβάθμισης, γεγονός που θα οδηγήσει σε περαιτέρω αύξηση το κόστος δανεισμού.
Την ίδια ώρα, έντονες ήταν και οι αντιδράσεις στο εσωτερικό της χώρας, με τις συνδικαλιστικές ενώσεις να χαρακτηρίζουν την πτώση της κυβέρνησης «νίκη της κοινωνίας απέναντι στη λιτότητα», προειδοποιώντας, παράλληλα, πως έρχονται δύσκολοι μήνες, ενώ οι εργοδοτικοί φορείς (MEDEF) προειδοποίησαν για «απώλεια αξιοπιστίας της Γαλλίας στις αγορές» και κίνδυνο φυγής επενδύσεων.
Από την πλευρά τους, οι πολιτικοί αντίπαλοι του Μπαϊρού μίλησαν για «τέλος της εποχής Μακρόν», θεωρώντας ότι η Εθνοσυνέλευση δεν μπορεί να βγάλει βιώσιμη κυβέρνηση χωρίς νέες εκλογές.
Η «διάρρηξη» εμπιστοσύνης
Η κρίση, ωστόσο, δεν είναι μόνο οικονομική ή πολιτική. Είναι και μια κρίση εμπιστοσύνης, με τους Γάλλους πολίτες να δείχνουν πως έχουν χάσει πια την πίστη τους στους θεσμούς, θεωρώντας ότι οι αποφάσεις λαμβάνονται περισσότερο στις Βρυξέλλες παρά στο Παρίσι. Την αίσθηση αδιεξόδου, εξάλλου, ενισχύουν και οι συνεχείς εναλλαγές κυβερνήσεων.
Οι αναλυτές προειδοποιούν πως εάν δεν υπάρξει σαφές σχέδιο ανάκαμψης με κοινωνική νομιμοποίηση, η Γαλλία κινδυνεύει να δει περαιτέρω άνοδο των εθνικιστών και να μετατραπεί στον «αδύναμο κρίκο» της ευρωζώνης.
Δείτε επίσης:
Οι απόψεις που εκφράζονται στα σχόλια των άρθρων δεν απηχούν κατ’ ανάγκη τις απόψεις της ιστοσελίδας μας, το οποίο ως εκ τούτου δεν φέρει καμία ευθύνη. Για τα άρθρα που αναδημοσιεύονται εδώ με πηγή, ουδεμία ευθύνη εκ του νόμου φέρουμε καθώς απηχούν αποκλειστικά τις απόψεις των συντακτών τους και δεν δεσμεύουν καθ’ οιονδήποτε τρόπο την ιστοσελίδα.