Περιβάλλον: Η Ευρώπη απομακρύνεται από την Πράσινη Ατζέντα της

Η Ευρωπαϊκή Ένωση υπήρξε επί μακρόν υπέρμαχος της περιβαλλοντικής προστασίας, ξεκινώντας το πρώτο της πρόγραμμα δράσης για το περιβάλλον ήδη από το 1973.
Το 2020, η Ε.Ε. υιοθέτησε την Ευρωπαϊκή Πράσινη Συμφωνία, ένα εκτενές πλαίσιο πολιτικών με στόχο την επίτευξη κλιματικής ουδετερότητας έως το 2050 και τη διασφάλιση ενός βιώσιμου μέλλοντος για όλους τους Ευρωπαίους.
Περισσότερες από 150 πολιτικές έχουν εισαχθεί μέχρι στιγμής στο πλαίσιο της Πράσινης Συμφωνίας, καλύπτοντας τομείς όπως η διατροφή, η βιομηχανία, η ενέργεια και οι μεταφορές. Σκοπός τους είναι ο περιορισμός των περιβαλλοντικών επιπτώσεων και της ρύπανσης σε αυτούς τους οικονομικούς τομείς.
Ωστόσο, μετά τις εκλογές του Ιουνίου 2024, όπου τα κόμματα των Πρασίνων έχασαν έδαφος έναντι των συντηρητικών δεξιών κομμάτων στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, έχει παρατηρηθεί μια σημαντική οπισθοδρόμηση στην εφαρμογή της πράσινης ατζέντας της Ε.Ε.
Η αλλαγή στις προτεραιότητες της Ένωσης έγινε ιδιαίτερα αισθητή με την υπαναχώρηση σχετικά με την Οδηγία για τους Πράσινους Ισχυρισμούς (Green Claims Directive), έναν κανονισμό σχετικά περιορισμένης εμβέλειας, που στόχευε στην καταπολέμηση του «πράσινου ξεπλύματος» — της πρακτικής κατά την οποία οι εταιρείες παρουσιάζουν ψευδώς ότι είναι πιο βιώσιμες απ’ όσο στην πραγματικότητα.
Παρότι οι διαπραγματεύσεις για την οδηγία είχαν ξεκινήσει μεταξύ του Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της Ε.Ε. από τον Ιανουάριο, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ανακοίνωσε αιφνιδίως τον περασμένο μήνα ότι θα αποσύρει την πρότασή της.
Η ανακοίνωση αυτή έγινε μόλις δύο ημέρες αφότου το Ευρωπαϊκό Λαϊκό Κόμμα (ΕΛΚ), η μεγαλύτερη κεντροδεξιά ομάδα του Κοινοβουλίου, απέστειλε επιστολή στην Επιτροπή ζητώντας την απόσυρση της πρότασης.
«Η Επιτροπή προφανώς θέλησε να ικανοποιήσει τις επιθυμίες της Δεξιάς, και αυτό είναι το σκάνδαλο», δήλωσε ο Τίεμο Βέλκεν, ευρωβουλευτής της Σοσιαλιστικής και Δημοκρατικής Ομάδας. «Το ΕΛΚ συνεργάζεται ξανά με την Ακροδεξιά για να αποσύρουν αρχεία της Πράσινης Συμφωνίας, ενώ προσποιούνται ότι παραμένουν στο κέντρο και με φιλοευρωπαϊκές δυνάμεις.»
Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, το Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο είναι τα τρία βασικά θεσμικά όργανα λήψης αποφάσεων της Ε.Ε. Μόνο η Επιτροπή έχει την αρμοδιότητα να προτείνει νέα νομοθεσία, ενώ το Συμβούλιο και το Κοινοβούλιο μπορούν μόνο να την εγκρίνουν ή να την απορρίψουν.
Σε μια άλλη περίπτωση, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ζήτησε από την Επιτροπή να αναθεωρήσει το σύστημα κατηγοριοποίησης χωρών παγκοσμίως με βάση τον κίνδυνο αποψίλωσης των δασών και να επιτρέψει την εφαρμογή «περιφερειακής διαφοροποίησης».
Επί του παρόντος, στη λίστα «υψηλού κινδύνου» περιλαμβάνονται η Βόρεια Κορέα, η Ρωσία, η Λευκορωσία και η Μιανμάρ. Άλλες χώρες με υψηλά ποσοστά αποψίλωσης, όπως η Βραζιλία και η Ινδονησία, έχουν χαρακτηριστεί από την Επιτροπή ως «τυπικού κινδύνου».
Από τον Δεκέμβριο, οι εταιρείες που εισάγουν προϊόντα στην Ε.Ε. από χώρες της κατηγορίας «υψηλού κινδύνου» θα υπόκεινται σε αυστηρότερους ελέγχους για περιβαλλοντική ζημιά και παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων.
Τα γεγονότα δείχνουν ότι η Πράσινη Συμφωνία, η οποία θεσπίστηκε το 2020 κατά την πρώτη θητεία της Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν στην ηγεσία της Επιτροπής, διαβρώνεται κατά τη δεύτερη θητεία της.
«Το γεγονός ότι η Πράσινη Συμφωνία έγινε η “ναυαρχίδα” της πρώτης Επιτροπής φον ντερ Λάιεν ήταν μια έκπληξη για την κοινωνία των πολιτών, τη βιομηχανία και τα λόμπι», δήλωσε ο Μάρκο Κοντιέρο, διευθυντής γεωργικής πολιτικής της Greenpeace στην Ε.Ε. «Με παρόμοιο τρόπο, έκπληξη προκαλεί και η ριζική αλλαγή κατεύθυνσης της Επιτροπής.»
Άλλες κρίσεις, όπως ο συνεχιζόμενος πόλεμος Ρωσίας-Ουκρανίας και οι αγροτικές διαμαρτυρίες που συγκλόνισαν την Ε.Ε. το 2024, οδήγησαν τις Βρυξέλλες στο να δώσουν προτεραιότητα στην ασφάλεια και τη βιωσιμότητα των νοικοκυριών και των βιομηχανιών εις βάρος της περιβαλλοντικής πολιτικής.
Ωστόσο, ο σημαντικότερος λόγος υποχώρησης από μεγάλης κλίμακας πράσινα σχέδια είναι το κόστος: η απανθρακοποίηση της βιομηχανίας, η μετάβαση σε ανανεώσιμες πηγές ενέργειας και η υιοθέτηση αυστηρών περιβαλλοντικών κανονισμών απαιτούν τεράστιες επενδύσεις, δύσκολες στην παρούσα συγκυρία οικονομικής και γεωπολιτικής αβεβαιότητας.
«Η Πράσινη Συμφωνία συχνά αγνοούσε προκλήσεις όπως το υψηλό ενεργειακό κόστος ή τις χρονοβόρες και περίπλοκες διαδικασίες αδειοδότησης», σημείωσε ο Μάρκους Μπράιερ, γενικός διευθυντής της εργοδοτικής ένωσης BusinessEurope.
Παρ’ όλα αυτά, δημοσκόπηση του Φεβρουαρίου μεταξύ Ευρωπαίων ηλικίας 16 έως 30 ετών έδειξε ότι η κλιματική αλλαγή αποτελεί τη δεύτερη μεγαλύτερη ανησυχία τους, μετά το υψηλό κόστος ζωής.
«Οι νέοι σήμερα ανησυχούν για τις αυξανόμενες τιμές, την κλιματική αλλαγή, την ασφάλεια και τις πιθανότητές τους να βρουν μια καλή δουλειά», δήλωσε η Ρομπέρτα Μέτσολα, πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, μετά τη δημοσίευση των αποτελεσμάτων.
«Αυτές είναι ανησυχίες που οφείλουμε να λαμβάνουμε υπόψη σε κάθε απόφαση και κάθε νόμο που ψηφίζουμε», πρόσθεσε. «Διαφορετικά, κινδυνεύουμε να χάσουμε μια ολόκληρη γενιά από την απογοήτευση.»
Ακολουθήστε το Agrocapital.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι τις ειδήσεις
Οι απόψεις που εκφράζονται στα σχόλια των άρθρων δεν απηχούν κατ’ ανάγκη τις απόψεις της ιστοσελίδας μας, το οποίο ως εκ τούτου δεν φέρει καμία ευθύνη. Για τα άρθρα που αναδημοσιεύονται εδώ με πηγή, ουδεμία ευθύνη εκ του νόμου φέρουμε καθώς απηχούν αποκλειστικά τις απόψεις των συντακτών τους και δεν δεσμεύουν καθ’ οιονδήποτε τρόπο την ιστοσελίδα.