Νέος κύκλος εξαγορών και συγχωνεύσεων στα σούπερ μάρκετ – Στα 2,2 δισ. ευρώ οι επενδύσεις το 2020-2025
Ώθηση στην αγορά από τουρισμό και Έλληνες καταναλωτές
Δεδομένη θεωρείται η περαιτέρω συγκέντρωση στον κλάδο των σούπερ μάρκετ, την οποία επιταχύνουν η πίεση στα περιθώρια, το αυξημένο λειτουργικό κόστος και οι νέες ρυθμιστικές απαιτήσεις, όπως ανέφεραν πρόσφατα μέλη της Ένωσης Σούπερ-Μάρκετ Ελλάδας (ΕΣΕ).
Η καθαρή κερδοφορία των αλυσίδων παραμένει σε χαμηλά επίπεδα και καταγράφει περαιτέρω υποχώρηση, τη στιγμή που το λειτουργικό κόστος αυξάνεται με ταχύτερο ρυθμό από τις πωλήσεις επιβαρύνοντας σημαντικά τα συνολικά αποτελέσματα του κλάδου. Παράλληλα, οι επενδύσεις συνεχίζουν να βασίζονται κυρίως σε τραπεζικό δανεισμό και ίδια κεφάλαια, γεγονός που αναδεικνύει την ανάγκη για στοχευμένες θεσμικές παρεμβάσεις με στόχο την ενίσχυση της βιωσιμότητας και της ανταγωνιστικότητας των επιχειρήσεων.
Σύμφωνα με τον Αριστοτέλη Παντελιάδη, πρόεδρο της ΕΣΕ «ένα βιώσιμο και οικονομικά αποτελεσματικό μοντέλο για την ελληνική αγορά σούπερ μάρκετ θα μπορούσε να διαμορφωθεί με 4 έως 6 αλυσίδες». Σημειώνεται ότι σήμερα στη χώρα δραστηριοποιούνται περίπου 43 αλυσίδες, από 67 το 2010. Στο ίδιο μήκος κύματος, ο Γιάννης Μασούτης αντιπρόεδρος ΕΣΕ τόνισε ότι θα υπάρξει περαιτέρω συγκέντρωση του κλάδου. «Ήδη γίνονται εξαγορές. Θα συνεχιστούν και το 2026» ανέφερε ο κ. Μασούτης και προσέθεσε ότι αυτό συμβαίνει λόγω της μεγάλης πίεσης που δέχεται ο κλάδος σούπερ μάρκετ, μεταξύ άλλων, από τα μέτρα της κυβέρνησης, τα υψηλά μισθώματα, τα αυξημένα κόστη λειτουργίας κ.ά.
Αναφορικά με τα οικονομικά μεγέθη του κλάδου τη χρονιά που πέρασε ο Απόστολος Πεταλάς, γενικός διευθυντής ΕΣΕ σημείωσε ότι με τη βοήθεια του ΙΕΛΚΑ αναλύθηκαν οι ισολογισμοί 43 αλυσίδων. Όπως προέκυψε από τα στοιχεία, το 2024 οι πωλήσεις (χωρίς ΦΠΑ) ανήλθαν σε 13,061 δισ. ευρώ από 12,512 δισ. ευρώ το 2023 (αύξηση 4,4%), τα κέρδη προ φόρων σε 215 εκατ. ευρώ (μειωμένα κατά 6,5%). Το καθαρό περιθώριο κέρδους από 1,84% το 2023 μειώθηκε στο 1,65% το 2024 ενώ τα EBITDA από 6,54% υποχώρησαν στο 5,97%. Σύμφωνα με τον κ. Πεταλά, «η καθαρή κερδοφορία των αλυσίδων σούπερ μάρκετ είναι εξαιρετικά χαμηλή και φθίνουσα». Παράλληλα, οι επενδύσεις ανήλθαν σε 400 εκατ. ευρώ από 592 εκατ. ευρώ το 2023. Την περίοδο 2020-2025 οι επενδύσεις άγγιξαν τα 2,2 δισ. ευρώ. Συνολικά την τελευταία δεκαετία ο κλάδος έχει επενδύσει περίπου 3,5 δισ. ευρώ.
Στο εννεάμηνο του 2025 (Ιανουάριος -Σεπτέμβριος) ο συνολικός τζίρος της αγοράς ταχυκίνητων καταναλωτικών προϊόντων έφτασε τα 10,51 δισ. ευρώ με βάση τα στοιχεία της εταιρείας ερευνών Circana, δηλαδή 632 εκατ. ευρώ περισσότερα σε σχέση με την αντίστοιχη περυσινή περίοδο. Στην άνοδο συνέβαλλαν τόσο τα προϊόντα με σταθερό barcode που συγκέντρωσαν 8,16 δισ. ευρώ, όσο και τα επί ζυγίω προϊόντα τα οποία έφτασαν τα 2,35 δισ. ευρώ με ανάπτυξη στο +9%. Στην αγορά των ταχυκίνητων προϊόντων κυριαρχούν τα τρόφιμα που αντιπροσωπεύουν το 82,5% του συνολικού τζίρου με 8,67 δισ. ευρώ και αύξηση 7,3%. Παρά την επιβράδυνση του πληθωρισμού, οι τιμές συνεχίζουν να κινούνται ανοδικά. Στα τυποποιημένα προϊόντα η μέση τιμή ανά μονάδα αυξήθηκε κατά 1,5% το εννεάμηνο ενώ ο όγκος πωλήσεων σημείωσε άνοδο 4,2%. Παράλληλα, τα προϊόντα ιδιωτικής ετικέτας έφτασαν το 27,1% της συνολικής αγοράς με αύξηση 7,3% ενώ τα επώνυμα κινήθηκαν με ρυθμό 5,1%. Το 24,4% των πωλήσεων του εννεαμήνου προήλθε από προϊόντα σε καθεστώς έκπτωσης έναντι 25,4% το αντίστοιχο περυσινό διάστημα.
Ώθηση από τον τουρισμό
Η αγορά των ταχυκίνητων προϊόντων δεν ενισχύεται μόνο από τους Έλληνες καταναλωτές. Σημαντική είναι η ώθηση από τους τουρίστες που επισκέπτονται τη χώρα μας για διακοπές. ‘Αλλωστε, η τουριστική ανάπτυξη καθώς και το Airbnb ως τάση ενισχύουν την προετοιμασία γευμάτων εντός των καταλυμάτων, εντείνοντας περαιτέρω τη ζήτηση για τρόφιμα αλλά και προϊόντα καθημερινής χρήσης.
Η NielsenIQ δημοσιοποίησε πρόσφατα μελέτη που διεξήχθη το καλοκαίρι του 2025 σε 14 τουριστικές περιοχές της χώρας, με δείγμα 2.010 τουρίστες από 11 εθνικότητες. Σύμφωνα με την μελέτη, οι τουρίστες πραγματοποιούν ουσιαστικές αγορές προϊόντων FMCG κατά τη διάρκεια της παραμονής τους. Συγκεκριμένα, το 94% των επισκεπτών αγόρασε είδη Grocery, με το εμφιαλωμένο νερό να καταγράφει εντυπωσιακή διείσδυση 82%, ενώ η μπύρα ακολουθεί με 41%. Οι αγορές αυτές δεν είναι τυχαίες: οι τουρίστες επιλέγουν προϊόντα με βάση την ελληνική προέλευση, την τιμή και τη διαθεσιμότητα, ενώ η αυθόρμητη αγορά κυριαρχεί, ιδιαίτερα σε κατηγορίες όπως τα αναψυκτικά και τα σνακ. Οι τύποι καταστημάτων που επιλέγονται για τις αγορές διαφοροποιούνται ανάλογα με την ανάγκη και το προφίλ του ταξιδιώτη. Οι υπεραγορές και τα σούπερ μάρκετ αποτελούν τον βασικό προορισμό για προγραμματισμένες αγορές και εφοδιασμό, συγκεντρώνοντας το μεγαλύτερο μερίδιο δαπάνης (40%). Τα mini markets και τα περίπτερα εξυπηρετούν κυρίως αυθόρμητες αγορές, προσφέροντας ευκολία και ταχύτητα, ενώ τα φαρμακεία και τα καταστήματα καλλυντικών προσελκύουν τουρίστες που αναζητούν premium προϊόντα και είδη προσωπικής φροντίδας. Οι φούρνοι και οι λαϊκές αγορές, από την άλλη, αποτελούν επιλογές για φρέσκα και τοπικά προϊόντα, ενισχύοντας την εμπειρία του επισκέπτη με αυθεντικά ελληνικά στοιχεία.
Η μελέτη καταγράφει επίσης τις συνήθειες κατανάλωσης: οι τουρίστες καταναλώνουν κυρίως στα καταλύματα ή “on-the-go”, με το snacking να είναι η πιο συχνά αυτοπαρασκευασμένη κατηγορία. Παράλληλα, η εμπειρία στο κατάστημα αξιολογείται θετικά, με πάνω από 90% των ερωτηθέντων να δηλώνουν ικανοποιημένοι από την ποικιλία και την ευκολία εντοπισμού των προϊόντων. Αξιοσημείωτο είναι ότι σχεδόν οι μισοί τουρίστες (48%) επισκέπτονται την Ελλάδα για πρώτη φορά, ενώ το 18% είναι επαναλαμβανόμενοι επισκέπτες. Οι αγοραστικές τους συνήθειες διαμορφώνονται από το είδος του ταξιδιού, τη διάρκεια παραμονής και τη σύνθεση της παρέας, με σημαντικές διαφοροποιήσεις ανά εθνικότητα και περιοχή.
Αποκλιμάκωση πληθωριστικών τάσεων
Την ίδια ώρα, ο πληθωρισμός στις αλυσίδες σούπερ μάρκετ τον Οκτώβριο 2025 διαμορφώθηκε στο +1,08% σε σχέση με τον Οκτώβριο 2024, σε χαμηλότερα επίπεδα σε σχέση με την περίοδο Μαΐου-Αυγούστου 2025. Συνολικά το κυλιόμενο 12μηνο (Νοέμβριος 2024-Οκτώβριος 2025) καταγράφει αύξηση +0,85%. Από έρευνα του Ινστιτούτου Έρευνας Λιανεμπορίου Καταναλωτικών Αγαθών (ΙΕΛΚΑ) προκύπτει ότι μεγαλύτερες μειώσεις τιμών τον Οκτώβριο 2025 σε σχέση με τον Οκτώβριο 2024 καταγράφονται στις κατηγορίες: φρέσκα φρούτα και λαχανικά (-8,06%), απορρυπαντικά και είδη καθαρισμού (-5,10%), τρόφιμα παντοπωλείου (-4,77%), χαρτικά, καλλυντικά & είδη προσωπικής υγιεινής (-2,51%), είδη μιας χρήσης, οικιακά είδη (-1,24%). Οι μειώσεις που καταγράφονται είναι αποτέλεσμα τόσο της ομαλοποίησης της αγοράς και της μείωσης στις τιμές παραγωγού σε ορισμένα προϊόντα. Οι μεγαλύτερες μειώσεις καταγράφονται στα φρέσκα φρούτα και λαχανικά (η μείωση προέρχεται από την κατηγορία των λαχανικών η οποία ευνοείται το τελευταίο διάστημα από τις καιρικές συνθήκες), στα απορρυπαντικά και είδη καθαρισμού και στα τρόφιμα παντοπωλείου (λόγω και της αποκλιμάκωσης της τιμής στο ελαιόλαδο). Μεγαλύτερες αυξήσεις τον Οκτώβριο 2025 σε σχέση με τον Οκτώβριο 2024 καταγράφονται στις κατηγορίες: μπισκότα, σοκολάτες, ζαχαρώδη (+12,23%), φρέσκα κρέατα (+10,54%), είδη πρωινού & ροφήματα (+5,53%), γαλακτοκομικά και χυμοί ψυγείου (+4,91%), φρέσκα ψάρια και θαλασσινά (+3,98%). Σε σχέση με τις αυξήσεις στα φρέσκα κρέατα πρόκειται για εξέλιξη η οποία οφείλεται πρώτον στις αυξήσεις των διεθνών τιμών στα εισαγόμενα είδη και ειδικά στο μοσχάρι λόγω της μείωσης του ζωικού κεφαλαίου (σημειώνεται ότι η πλειοψηφία του μοσχαριού και χοιρινού που καταναλώνεται στην Ελλάδα είναι εισαγωγής) και δεύτερον στις ασθένειες ζώων που έπληξαν πολλές περιοχές εκτροφής στην Ελλάδα και ειδικά τα αμνοερίφια. Οι ασθένειες και η μείωση στο ζωικό κεφάλαιο πλέον επηρεάζει και την κατηγορία των γαλακτοκομικών και ιδιαίτερα των τυροκομικών προϊόντων, καθώς αυξάνεται το κόστος παραγωγής τους. Οι διεθνείς τιμές του κακάο και του καφέ, επηρεάζουν τις κατηγορίες των γλυκών, και του πρωινού και των ροφημάτων, αλλά και των κατεψυγμένων (π.χ. παγωτά, γλυκά). Σε σχέση με την τιμή του κακάο, οι αυξήσεις στις τιμές πρώτων υλών διεθνώς τις τελευταίας 2ετίας λόγω των κλιματικών συνθηκών ήταν πολύ υψηλές. Σημειώνεται ότι λόγω της φύσης των προϊόντων που χρησιμοποιούν κακάο, τα υποπροϊόντα (σοκολάτα) αλλά και τα τελικά προϊόντα (γλυκά) παράγονται σε επόμενους χρόνους με διαφορετικές τιμές.
Η καταναλωτική εμπιστοσύνη
Την ίδια στιγμή έρευνα οικονομικής συγκυρίας του ΙΟΒΕ καταδεικνύει εξασθένιση της καταναλωτικής εμπιστοσύνης τον Οκτώβριο. Συγκεκριμένα, ο δείκτης καταναλωτικής εμπιστοσύνης διαμορφώθηκε στις -47,6 μονάδες, έναντι -45,6 μονάδες τον Σεπτέμβριο με τους Έλληνες καταναλωτές να εμφανίζονται ως οι περισσότερο απαισιόδοξοι στην ΕΕ. Οι επιμέρους δείκτες για την γενικότερη οικονομική κατάσταση στην χώρα, αλλά και τα οικονομικά των νοικοκυριών επιδεινώνονται. Αντίθετα, η πρόθεση για μείζονες αγορές ενισχύεται με την αποταμίευση ωστόσο να εξασθενεί ελαφρά.
Αναλυτικότερα, οι αρνητικές προβλέψεις των καταναλωτών για την οικονομική κατάσταση του νοικοκυριού τους κατά τους προσεχείς 12 μήνες εντάθηκαν τον Οκτώβριο στις -44,2 (από -39,8). Το 58% (από 54%) των νοικοκυριών αναμένει ελαφρά ή αισθητή επιδείνωση της οικονομικής του κατάστασης, ενώ το 6% προβλέπει μικρή βελτίωση. Η πρόθεση των καταναλωτών για σημαντικές αγορές τους προσεχείς 12 μήνες (επίπλων, ηλεκτρικών συσκευών κ.λπ.) ενισχύθηκε ήπια με το σχετικό δείκτη να διαμορφώνεται στις -41,6 (από -46,3) μονάδες. Το 51% (από 53%) των καταναλωτών προέβλεψε ότι θα προβεί σε λιγότερες ή πολύ λιγότερες δαπάνες, ενώ το 6% (από 4%) αναμένει το αντίθετο.
Ο δείκτης της πρόθεσης για αποταμίευση τους προσεχείς 12 μήνες υποχώρησε ελαφρά στις -67,5 μονάδες από -65,9 μονάδες τον Σεπτέμβριο. Το 84% των νοικοκυριών δεν θεωρεί πιθανή την αποταμίευση στο επόμενο 12μηνο, ενώ το 15% τη θεωρεί πιθανή ή πολύ πιθανή. Σχετικά με τις εκτιμήσεις για την τρέχουσα οικονομική κατάσταση του νοικοκυριού, το ποσοστό των καταναλωτών που δηλώνει ότι «μόλις τα βγάζει πέρα» διαμορφώθηκε στο 60% (από 65%), ενώ στο 9% διατηρήθηκε το ποσοστό όσων αναφέρουν ότι αντλούν από τις αποταμιεύσεις τους. Οι καταναλωτές που δήλωσαν ότι αποταμιεύουν λίγο ή πολύ αποτελούν 24% του συνόλου, ενώ το ποσοστό όσων δήλωσαν ότι «έχουν χρεωθεί» διαμορφώθηκε στο 7% από 6% τον προηγούμενο μήνα. Στο ερώτημα το οποίο αξιολογεί το βαθμό αβεβαιότητας των νοικοκυριών ως προς τις μελλοντικές οικονομικές εξελίξεις, το 59,4% έκρινε τον Οκτώβριο ότι η οικονομική κατάστασή του μπορεί να προβλεφθεί δύσκολα ή σχετικά δύσκολα, από 58,1% τον προηγούμενο μήνα.
Οι απόψεις που εκφράζονται στα σχόλια των άρθρων δεν απηχούν κατ’ ανάγκη τις απόψεις της ιστοσελίδας μας, το οποίο ως εκ τούτου δεν φέρει καμία ευθύνη. Για τα άρθρα που αναδημοσιεύονται εδώ με πηγή, ουδεμία ευθύνη εκ του νόμου φέρουμε καθώς απηχούν αποκλειστικά τις απόψεις των συντακτών τους και δεν δεσμεύουν καθ’ οιονδήποτε τρόπο την ιστοσελίδα.




