Αξιολόγηση της οδηγίας για τις αθέμιτες εμπορικές πρακτικές
Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή δημοσιεύει την έκθεσή της στην οποία συνοψίζονται τα κύρια πορίσματα της πρώτης αξιολόγησης της οδηγίας για τις αθέμιτες εμπορικές πρακτικές στην αλυσίδα εφοδιασμού γεωργικών προϊόντων και τροφίμων.
Τα αποτελέσματα της αξιολόγησης δείχνουν ότι, αν και βρίσκεται ακόμη στα πρώτα χρόνια της, η οδηγία συμβάλλει ήδη στην προώθηση ενός δικαιότερου και πιο ισορροπημένου επιχειρηματικού περιβάλλοντος στην αγροδιατροφική αλυσίδα σε ολόκληρη την ΕΕ.
Η έκθεση αξιολόγησης θα τροφοδοτήσει άμεσα τον προβληματισμό της Επιτροπής, καθώς σχεδιάζει να επανεξετάσει τους κανόνες για τις αθέμιτες εμπορικές πρακτικές. Η επανεξέταση αυτή θα αξιολογήσει τον τρόπο με τον οποίο μπορούν να προστατευθούν καλύτερα οι γεωργοί από αθέμιτες εμπορικές πρακτικές και, ιδίως, να αντιμετωπιστεί η κατάσταση κατά την οποία δεν θα πρέπει να αναγκάζονται να πωλούν συστηματικά τα προϊόντα τους κάτω από το κόστος παραγωγής.
Κύρια πορίσματα
Αν και η αξιολόγηση της οδηγίας δεν παρείχε ακόμη σαφή συμπεράσματα σχετικά με την αποτελεσματικότητά της, υπάρχουν ενθαρρυντικές ενδείξεις πρόληψης και καταπολέμησης των αθέμιτων εμπορικών πρακτικών, καθώς η μεγαλύτερη εμπιστοσύνη στην αγροδιατροφική αλυσίδα έχει συμβάλει σε μια πιο υπεύθυνη επιχειρηματική νοοτροπία. Επιβεβαιώνει ότι η νομοθεσία εξακολουθεί να είναι σημαντική για την αντιμετώπιση των προκλήσεων που αντιμετωπίζουν οι γεωργοί και οι μικροί προμηθευτές, οι οποίοι συχνά κατέχουν ασθενέστερη διαπραγματευτική ισχύ στην αγροδιατροφική αλυσίδα.
Συνολικά, ο αριθμός των ερευνών και των μέτρων επιβολής από τις εθνικές αρχές αυξήθηκε σταδιακά, με περισσότερες από 4 500 έρευνες να κινούνται μεταξύ 2021 και 2024. Περίπου το ένα τρίτο των ερευνών που περατώθηκαν μεταξύ 2021 και 2024 διαπίστωσε παράβαση, με αποτέλεσμα 754 υποθέσεις και πρόστιμα ύψους 41,9 εκατομμυρίων ευρώ μεταξύ 2022 και 2024, γεγονός που καταδεικνύει ανοδική τάση και αυξανόμενη θεσμική συνεργασία με τις ΑθΕΠ. Ταυτόχρονα, τα στοιχεία ερευνών δείχνουν ότι οι γεωργοί και οι προμηθευτές αναφέρουν χαμηλό αριθμό ΑθΕΠ, ιδίως λόγω του συνεχιζόμενου φόβου αντιποίνων. Οι οργανώσεις παραγωγών και άλλες οργανώσεις προμηθευτών, συμπεριλαμβανομένων εκείνων από τρίτες χώρες, θα μπορούσαν να διαδραματίσουν ισχυρότερο ρόλο στην υποστήριξη μεμονωμένων προμηθευτών και στην υποβολή καταγγελιών για λογαριασμό τους.
Η έκθεση επισημαίνει επίσης ότι οι προορατικές έρευνες εξακολουθούν να μην χρησιμοποιούνται επαρκώς από τις εθνικές αρχές επιβολής του νόμου. Ταυτόχρονα, οι ανώνυμες πληροφορίες έχουν αποδειχθεί πολύτιμη πηγή, βοηθώντας τις εθνικές αρχές επιβολής του νόμου στις έρευνες. Όλες αυτές οι διαπιστώσεις πρέπει να εξεταστούν στο πλαίσιο του σχετικά σύντομου χρονικού διαστήματος από την έναρξη ισχύος της οδηγίας.
Η έκθεση επισημαίνει τομείς στους οποίους απαιτείται περαιτέρω πρόοδος. Η ευαισθητοποίηση των γεωργών και των μικρότερων προμηθευτών σχετικά με την οδηγία και η πρόσβαση σε πληροφορίες πρέπει να βελτιωθούν περαιτέρω. Η συνεργασία μεταξύ των εθνικών αρχών επιβολής του νόμου σε διασυνοριακές υποθέσεις θα μπορούσε να ενισχυθεί περαιτέρω. Η Επιτροπή έχει ήδη αναλάβει δράση για το θέμα αυτό, και η πρόσφατη πρότασή της, για την οποία επιτεύχθηκε πολιτική συμφωνία από τους συννομοθέτες στις 10 Νοεμβρίου, αποτελεί ένα βήμα προς την ενίσχυση της διασυνοριακής επιβολής κατά των αθέμιτων εμπορικών πρακτικών.
Όσον αφορά την αποδοτικότητα, η αξιολόγηση καταλήγει στο συμπέρασμα ότι το κόστος εφαρμογής της οδηγίας είναι ανάλογο προς τα οφέλη, ιδίως όταν εξετάζονται οι πρωτογενείς παραγωγοί και οι μικροί προμηθευτές.
Η αξιολόγηση επιβεβαιώνει επίσης ότι η οδηγία είναι συνεπής με άλλες παρεμβάσεις της ΕΕ, καθώς δεν εντοπίζει συγκρούσεις ή ασυνέπειες, και ότι παρέχει προστιθέμενη αξία για την ΕΕ. Παρόλο που τα κράτη μέλη της ΕΕ εφάρμοσαν την οδηγία με διαφορετικούς τρόπους, δημιουργώντας ενίοτε προκλήσεις για τις εταιρείες που δραστηριοποιούνται σε διαφορετικά κράτη μέλη, οι γεωργοί και οι μικρότεροι προμηθευτές επωφελούνται χάρη στην οδηγία από ένα ελάχιστο επίπεδο προστασίας από αθέμιτες εμπορικές πρακτικές εναρμονισμένο σε ολόκληρη την Ένωση.
Μια μελέτη που εκπονήθηκε από εξωτερικούς συμβούλους και δημοσιεύθηκε σήμερα υποστήριξε την αξιολόγηση της οδηγίας. Συνέβαλε στη βάση τεκμηρίωσης παρέχοντας αξιολόγηση της οδηγίας, αναλύοντας σχετικά δευτερογενή δεδομένα, τα οποία συμπληρώθηκαν από διαφοροποιημένη συλλογή πρωτογενών δεδομένων με τη μορφή συνεντεύξεων, ερευνών και ομάδων εστίασης μεταξύ των ενδιαφερόμενων μερών.
Επιπλέον, μια άλλη εξωτερική μελέτη σχετικά με τα ρυθμιστικά και εθελοντικά συστήματα δίκαιης γεωργικής αμοιβής παρέχει πρόσθετες πληροφορίες σχετικά με το πλαίσιο. Αν και δεν ανέλυσε άμεσα την ίδια την οδηγία, εξέτασε εθνικά ρυθμιστικά μέτρα που αφορούν τις πρακτικές τιμολόγησης κατά μήκος της αλυσίδας εφοδιασμού τροφίμων που θεσπίστηκαν από ορισμένα κράτη μέλη, καθώς και εθελοντικά συστήματα που αναπτύχθηκαν από ιδιωτικούς φορείς με στόχο τη διασφάλιση δίκαιης αμοιβής για τους γεωργούς. Δημοσιεύεται επίσης σήμερα.
Επόμενα βήματα
Η έκθεση στην οποία συνοψίζονται τα κύρια πορίσματα της αξιολόγησης θα κοινοποιηθεί στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο, την Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή και την Επιτροπή των Περιφερειών.
Η έκθεση επισημαίνει επίσης τομείς στους οποίους το πλαίσιο για τις ΑθΕΠ και η εφαρμογή του θα μπορούσαν να ενισχυθούν περαιτέρω, μεταξύ άλλων μέσω της επικαιροποίησης της οδηγίας. Με βάση την αξιολόγηση αυτή, και όπως ανακοινώθηκε στην ομιλία της προέδρου κ. φον ντερ Λάιεν για την κατάσταση της Ένωσης το 2025, η Επιτροπή προτίθεται να επανεξετάσει τη νομοθεσία της ΕΕ για τις αθέμιτες εμπορικές πρακτικές.
Ιστορικό
Βασική προτεραιότητα για την Επιτροπή είναι η ενίσχυση της θέσης των γεωργών στην αλυσίδα τροφίμων και η προστασία τους από αθέμιτες εμπορικές πρακτικές, ιδίως για να διασφαλιστεί ότι δεν αναγκάζονται να πωλούν συστηματικά τα προϊόντα τους κάτω από το κόστος παραγωγής.
Στην αλυσίδα εφοδιασμού γεωργικών προϊόντων και τροφίμων, οι μεγάλες ανισορροπίες στη διαπραγματευτική ισχύ μεταξύ αγοραστών και προμηθευτών μπορούν να οδηγήσουν σε αθέμιτες εμπορικές πρακτικές, όπως η επιβολή μονομερών συμβατικών όρων ή η μεταφορά δυσανάλογων οικονομικών κινδύνων. Για την προστασία των γεωργών και των προμηθευτών, η οδηγία (ΕΕ) 2019/633 για τις αθέμιτες εμπορικές πρακτικές στις σχέσεις μεταξύ επιχειρήσεων (στο εξής: οδηγία) καθορίζει ένα ελάχιστο πρότυπο της ΕΕ κατά των εν λόγω πρακτικών, επιτρέποντας παράλληλα στα κράτη μέλη να διατηρούν ή να θεσπίζουν αυστηρότερους εθνικούς κανόνες.
Η Επιτροπή κλήθηκε να αξιολογήσει πόσο αποτελεσματικά εφαρμόζουν τα κράτη μέλη την οδηγία για την αντιμετώπιση των αθέμιτων εμπορικών πρακτικών στην αλυσίδα εφοδιασμού γεωργικών προϊόντων και τροφίμων και πόσο καλά συνεργάζονται οι αρχές επιβολής του νόμου μεταξύ των χωρών, συμπεριλαμβανομένων προτάσεων για τη βελτίωση της εν λόγω συνεργασίας, όπου χρειάζεται. Για την υποστήριξη της αξιολόγησης, το Κοινό Κέντρο Ερευνών (ΚΚΕρ) και η Γενική Διεύθυνση Γεωργίας και Αγροτικής Ανάπτυξης διενεργούν ετήσιες έρευνες σε όλες τις χώρες της ΕΕ.
Οι απόψεις που εκφράζονται στα σχόλια των άρθρων δεν απηχούν κατ’ ανάγκη τις απόψεις της ιστοσελίδας μας, το οποίο ως εκ τούτου δεν φέρει καμία ευθύνη. Για τα άρθρα που αναδημοσιεύονται εδώ με πηγή, ουδεμία ευθύνη εκ του νόμου φέρουμε καθώς απηχούν αποκλειστικά τις απόψεις των συντακτών τους και δεν δεσμεύουν καθ’ οιονδήποτε τρόπο την ιστοσελίδα.



